O Ντέιβιντ Φροστ δεν φοβάται να μιλήσει

Η απάντηση στον απογοητευτικό Μπόρις Τζόνσον;
Φωτογραφία από τον χρήστη Marianna στο Pexels

Ο Λόρδος Ντέιβιντ Φροστ (David Frost) είναι μια από τις πιο αξιόλογες προσωπικότητες του συντηρητικού χώρου στη Βρετανία. Διπλωμάτης καριέρας, ξεχώρισε ως πετυχημένος διαπραγματευτής της βρετανικής πλευράς στις συζητήσεις με την Ευρωπαϊκή Ένωση για το Brexit, έγινε ιδιαίτερα δημοφιλής στους ψηφοφόρους των Τόρηδων και τον Μάρτιο του 2021, χωρίς να είναι βουλευτής, ανέλαβε υπουργική θέση στην κυβέρνηση του Μπόρις Τζόνσον.

Από την θέση αυτή παραιτήθηκε τον Δεκέμβριο της ίδιας χρονιάς, διαμαρτυρόμενος για μια σειρά από -κάθε άλλο παρά συντηρητικά- κυβερνητικά μέτρα. Από τότε ασκεί μια εύστοχη και συνεπή conservative libertarian κριτική κατά των “νεο-σοσιαλιστών, των φανατικών οικολόγων και του woke όχλου” που έχουν στελεχώσει την Ντάουνινγκ Στριτ επί Μπόρις Τζόνσον, τονίζοντας την αντίθεσή του στις πολιτικές των λοκντάουν, των φορολογικών αυξήσεων και της “πράσινης ανάπτυξης”.

Χθες διάβασα πως είναι πολύ πιθανό να παραιτηθεί από την θέση του στη Βουλή των Λόρδων και να διεκδικήσει μια έδρα στη Βουλή των Κοινοτήτων με τους Τορήδες σε επαναληπτικές εκλογές που θα διεξαχθούν σε λίγες εβδομάδες, ανοίγοντας έτσι τον δρόμο για να παίξει έναν πιο ενεργό ρόλο στην κεντρική πολιτική σκηνή και -γιατί όχι;- να διαδεχθεί τον απογοητευτικό και καθόλου δημοφιλή Μπόρις Τζόνσον.

Ο Λόρδος Ντέιβιντ Φροστ

Για να πάρετε μια ιδέα για τις απόψεις του Φροστ, να τι γράφει στο τελευταίο του άρθρο στον “Daily Telegraph”:

«Φοβάμαι ότι πια έχουμε μια εδραιωμένη κουλτούρα εξάρτησης, όπου οι άνθρωποι προσβλέπουν στο κράτος για να να λύσει τα προβλήματά τους αντί να καταβάλλουν προσπάθειες οι ίδιοι, και όπου οι επιχειρήσεις αντιμετωπίζουν συνεχώς αυξανόμενα πρακτικά εμπόδια στην εμπορική τους δραστηριότητα.

Πώς γίναμε τόσο κολεκτιβιστές; Γιατί πιστεύουμε τόσο έντονα ότι κάθε ιδιωτικό πρόβλημα έχει κυβερνητική λύση; Νομίζω ότι τρία γεγονότα άλλαξαν την κατάσταση. Πρώτα ήρθε το οικονομικό κραχ του 2008, η διάσωση των τραπεζών και οι μειώσεις των επιτοκίων σε επίπεδα τόσο χαμηλά που οι περισσότεροι από εμάς δεν μπορούσαμε να συγκεντρώσουμε κεφάλαια. Οι μη βιώσιμες εταιρείες επέζησαν ως ζόμπι. Οι τιμές των κατοικιών εκτοξεύτηκαν. Αυτό πυροδότησε μια γενική αντικαπιταλιστική διάθεση και μια ψυχολογία του τύπου “αν η κυβέρνηση μπορεί να διασώσει αυτούς, τότε μπορεί να διασώσει και εμένα”.

Προγράμματα όπως αυτό του “Καθολικού Επιδόματος”, μια επιδότηση μισθού που διατίθεται πια και για τα υψηλά μισθολογικά κλιμάκια, αρχίζουν να προετοιμάζουν το έδαφος για καθολικά συστήματα βασικού εισοδήματος που ρητά στοχεύουν στην προστασία όλων από την απώλεια εισοδήματος υπό οποιεσδήποτε συνθήκες.

Δεύτερη ήταν η ανάπτυξη του κλιματικού κολεκτιβισμού. Εδώ και μια δεκαετία ή περισσότερο, μας λένε ότι πρέπει να κάνουμε θυσίες για να σώσουμε τον πλανήτη. Σταματήστε να ταξιδεύετε, ζήστε τοπικά, τρώτε λιγότερο, σταματήστε να τρώτε κρέας, σβήστε τα φώτα σας, σταματήστε να είστε βάρος. Καθώς οι περισσότεροι από εμάς είμαστε γενικά απρόθυμοι να το κάνουμε αυτό ως άτομα, το κράτος χρειάστηκε να παρέμβει, με έξυπνους μετρητές, αντλίες θερμότητας, ζώνες χαμηλής κυκλοφορίας, μη ικανοποιητικά ηλεκτρικά αυτοκίνητα, προσαρμοσμένα φορολογικά μέτρα και “σπρωξίματα” (“nudges”). Όλοι σταδιακά έχουμε συνηθίσει σε αυτό, έτσι που φαίνεται φυσιολογικό να ασχολούμαστε με τις ηθικές πτυχές σχεδόν κάθε επιλογής στην καθημερινή μας ζωή.

Τρίτη ήρθε η πανδημία και τα lockdown και οι περιορισμοί στις φυσιολογικές κοινωνικές επαφές. Αυτά τα μέτρα ήταν άνευ προηγουμένου. Πριν από είκοσι χρόνια θα ήταν αδιανόητα. Αλλά σε ένα περιβάλλον στο οποίο όλοι είχαμε συνηθίσει να “ζούμε τοπικά”, να παίρνουμε χρήματα από την κυβέρνηση και να μας λένε τι να κάνουμε, έμοιαζαν κάπως αναμενόμενα, ίσως και αναπόφευκτα. Όλοι έχουμε συνηθίσει στην ιδέα, ακόμη και μετά το lockdown, ότι είναι φυσιολογικό να περιορίζουμε την ατομική μας συμπεριφορά για να προστατεύσουμε μια κρατική υπηρεσία, το “Εθνικό Σύστημα Υγείας”, και οι υπουργοί να μας κάνουν διαλέξεις για την υγιεινή διατροφή και την άσκηση, ακριβώς όπως έκαναν στον Winston Smith (στο “1984”) μέσω της τηλεοθόνης του κάθε πρωί.

Τα σοσιαλιστικά οικονομικά και η πολιτική της “πράσινης ανάπτυξης” παράγουν lockdown και κολεκτιβισμό. Είναι καιρός να βάλουμε τέλος σε αυτές τις συνήθειες. Δεν οδηγούν σε τίποτα καλό. Όπου κι αν είναι ενσωματωμένες, οδηγούν σε μια κοινωνία χαμηλής παραγωγικότητας με μια ομάδα συμφερόντων να μάχεται την άλλη για ένα μερίδιο από τα κρατικά λάφυρα.

Είναι πάντα δύσκολο να σταματήσουμε, αλλά πρέπει να το πούμε. Αυτή είναι μια Συντηρητική Κυβέρνηση και είναι καιρός να μιλήσουμε για συντηρητικές αρχές – όχι μόνο για χαμηλή φορολογία και επιχειρηματικότητα, αλλά και για την ελευθερία να αναλαμβάνετε δράση , να δημιουργείτε και να διατηρείτε περιουσία, να συζητάτε ακόμα κι αν οι απόψεις σας δεν αρέσουν στους άλλους , να κάνετε τις δικές σας οικονομικές επιλογές για εσάς ή την οικογένειά σας αντί να τις κάνουν άλλοι για εσάς.»

Περισσότερα απο

Τηλέμαχος Χορμοβίτης

Είμαστε

ΠΑΝΤΟΥ