Πριν από λίγες ημέρες διάβασα ένα tweet με μια κοπέλα που περιέγραφε την εμπειρία της στα ψώνια που δεν μπορούσε να πληρώσει στον αλλοδαπό εξ Ανατολών ιδιοκτήτη παντοπωλείου στη γειτονιά της. Εκείνος φέρθηκε μεγαλόψυχα, χαρίζοντας κάποια πασχαλινά εδέσματα και σημειώνοντας ως «βερεσέ» το ποσό αγορών, κάτι το οποίο συνηθίζει ως ελάχιστη ανταπόδοση στη γειτονιά. Η ιστορία τελειώνει με τη φράση «Η γειτονιά έχει ένα λουλούδι».
Αν και πολλές ιστορίες, σαν αυτή, κυκλοφορούν στο διαδίκτυο κι αποτελούν δημιουργήματα της φαντασίας, δε θέλω να σταθώ στην εγκυρότητα αυτής της ιστορίας, αλλά θα ήθελα να παραθέσω μερικές σκέψεις με αφορμή τη διάδοση και τη δημοφιλία μιας τέτοιας ιστορίας.
Ζούμε σε μια ιδιαίτερη εποχή που χαρακτηρίζεται μόνιμα από μία αρνητικότητα, κατήφεια, κατάθλιψη… σε τέτοιο σημείο να βομβαρδιζόμαστε από αρνητικές ειδήσεις με αποτρόπαια φονικά, κάθε είδους παρενοχλήσεις, μέχρι και πολεμικές συρράξεις και να μη μας κάνει τίποτα εντύπωση. Στα κοινωνικά δίκτυα, ξεχωρίζουν λίγες θετικές ειδήσεις, που δρουν σαν μικρά πυροτεχνήματα χαράς, μέσα στην όλη μαυρίλα. Καθώς μεγαλώνω, μέσα σε αυτήν την πραγματικότητα, παρατηρώ ότι ακόμα και τα ευχάριστα νέα μπορούν να εξυπηρετούν άλλους λιγότερο αθώους σκοπούς.Αρχίζω παράλληλα να αναρωτιέμαι, αν τελικά η όποια κίνηση «καλού» γύρω μας γίνεται με μια σκοπιμότητα είτε διαφήμισης, είτε “Likes” είτε ακόμα και προπαγάνδας υπέρ συγκεκριμένων ομάδων και οργανισμών.
Παράλληλα αναλογίστηκα, άραγε έχω ζήσει παραδείγματα «λουλουδιών» γύρω μου; Νιώθω την ανάγκη να τα μοιραστώ; Είμαι εγώ ένα θετικό παράδειγμα στους ανθρώπους γύρω μου; Οι σκέψεις μου διήρκησαν λίγα δευτερόλεπτα και θυμήθηκα λοιπόν τον κύριο Δ. Διευθυντή του τοπικού υποκαταστήματος μεγάλης ελληνικής αλυσίδας σούπερ μάρκετ (που αντιστέκεται και στην εργασία κατά την Κυριακή). Για τις ανάγκες του άρθρου και της conserva, θα τον αποκαλώ κυρ Παντελή.
Ο κυρ Παντελής, λοιπόν πάντα φιλικός και χαμογελαστός στέκεται πάντα στην είσοδο του καταστήματος και βοηθά για οτιδήποτε χρειαστεί ο κάθε πελάτης. Λόγω της συχνής προτίμησης για τα ψώνια του νοικοκυριού, γνωριζόμαστε με τον κυρ Παντελή και κάθε φορά χαιρετιόμαστε και ενίοτε συζητάμε στην είσοδο του καταστήματος. Αν και είναι εξυπηρετικός μόνιμα, συνέβησαν δύο περιστατικά σε εμένα, για να το διαπιστώσω και να τα θυμάμαι πλέον με χαμόγελο.
Πριν από περίπου έναν χρόνο, επιλέξαμε το κατάστημα για τις αγορές μας, οι οποίες περιείχαν μεταξύ άλλων και υλικά για να φτιάξουμε πρώτες ύλες για κέρασμα σε τοπικό μοναστήρι που πανηγύριζε. Λόγω πολλών τεμαχίων που θα προέκυπταν και λόγω κορωνοϊού, είχαμε πρόβλημα με τη συσκευασία για το κέρασμα. Αφού πληρώσαμε τον λογαριασμό, ρωτήσαμε τον κυρ Παντελή, αν μπορεί να μας δώσει κάποια κουτάκια καθαρά για τα κεράσματα. Ο ίδιος αποκρίθηκε με ιδιαίτερο ενθουσιασμό και μας πρότεινε να διαλέξουμε όσα κουτιά θέλουμε από τον τομέα του φούρνου του καταστήματος, ενώ μας ζήτησε και τα στοιχεία του υπευθύνου στο μοναστήρι. Σχεδόν αμέσως τον κάλεσε για να προσφέρει μία δωροεπιταγή για το φιλανθρωπικό έργο του μοναστηριού. […]
Λίγους μήνες αργότερα, παραμονές Χριστουγέννων, πήγαμε για τα ψώνια των γιορτών, αξίας γύρω στα 250 ευρώ. Αφού «χτυπήσαμε» τα αντικείμενα στο ταμείο, αντιληφθήκαμε ότι κάπου είχε παραπέσει η χρεωστική κάρτα και δεν είχαμε τόσα μετρητά για την πληρωμή. Με έλουσε κρύος ιδρώτας, αν και το σπίτι μου είναι κοντά στο κατάστημα και δε θα έπαιρνε πολύ να βρούμε την κάρτα ή μετρητά. Πήγε η ταμίας στον κυρ Παντελή και εξήγησε τι συνέβη, ώστε να μπορέσουμε να δούμε τι θα κάνουμε. Ο κυρ Παντελής λοιπόν, στράφηκε προς το μέρος μας και μας είπε να πάρουμε το καρότσι και να φύγουμε και να πληρώσουμε, όταν μπορέσουμε. Δεδομένου ότι δεν επρόκειτο για μικρής αξίας αγορές και γιατί δεν υπήρχε θέμα πληρωμής, αποφάσισα να παραμείνω εγώ στο κατάστημα, μέχρι να έρθει ο πατέρας μου με την κάρτα ή με τα μετρητά. Τελικά, η κάρτα ανευρέθη στο σπίτι και με μια διαφορά ενός τετάρτου, πληρώθηκε το ποσό της αξίας των αγορών μας…
Εκ πρώτης όψεως τέτοιες ιστορίες μπορεί να φαίνονται ασήμαντες ή και αδιάφορες, αλλά διατηρώ την πεποίθηση ότι κάθε αλλαγή ξεκινά από μικρά βήματα και πράξεις. Η λογική της μετάθεσης ευθυνών και του “δεν βαριέσαι” οδηγεί στον όλεθρο. Βυθιζόμαστε μέσα στο ατελείωτο σκοτάδι και δεν κάνουμε μια απλή κίνηση, να “ανάψουμε” το φως…
Μήπως ήρθε ο καιρός να γεμίσουμε εμείς με λουλούδια την κάθε γειτονιά;