Προσπαθώ να μην είμαι ονειροβάτης. Πράγμα που μου φαίνεται λογικό, διότι αν το δεχτώ κυριολεκτικά και αρχίσω να περπατώ πάνω στα όνειρα, θα χάσω την επαφή μου με την πραγματικότητα και αν το κάνω αυτό, τότε ποιος με σώνει.
Ποιος με σώνει; Ένα ρητορικό ερώτημα που δε χρήζει απάντησης και μπορείς να το θέσεις αναίμακτα στον εαυτό σου.
Αν περιμένεις να σωθείς από κάποιον άλλον πέρα από τον ίδιο σου τον εαυτό, τότε έχεις πάψει να είσαι αυτάρκης και ανεξάρτητος και τότε… ποιος σε σώνει.
Κανείς δεν έχει υποχρέωση να σε σώσει.
Ξεχάστηκα. Ήθελα να γράψω για τη Γερμανία και πόσο φίλη μας ΔΕΝ είναι.
Πράγμα παράδοξο και ίσως λίγο αντιφατικό για έναν γερμανομαθή ιστοριογράφο που ασχολείται ερευνητικά με τη Γερμανία.
Αλλά απόλυτα αναμενόμενο από έναν νέο που αγαπά πολύ περισσότερο τη δική του πατρίδα από ότι αφοσιώνεται στο να ερμηνεύσει κάτι ξένο.
Η ξενομανία δεν είναι το ακριβές αντίθετο του εθνικισμού. Ο διεθνισμός είναι.
Διεθνισμός όμως όχι όπως τον κήρυσσε η Σοβιετική Ένωση καθ’ όλη τη διάρκεια του βίου της και ακόμα περισσότερο του Ψυχρού Πολέμου, αλλά του σύγχρονης λαϊκότροπης και επιβεβλημένης νεομαρξιστικής κουλτούρας.
Πολλές συνθέτες λέξεις μαζί. Ας προχωρήσω.
Η Γερμανία δεν είναι φίλη μας. Ποτέ δεν ήταν. Και δεν ξέρω ποιος είναι ο πιο ανόητος σε αυτή τη διαλεκτική παράσταση που παίζουμε σαν ένα τσούρμο παλιάτσων, εμείς που χρειάζεται να λέμε ότι δεν υπάρχουν φιλίες στα εθνικά συμφέροντα ή όσοι πιστεύουν ότι τα συμφέροντα μπαίνουν σε δεύτερη μοίρα λόγω μιας φιλίας;
Νομίζω πως και τα δύο μέρη είναι αναγκαία για την ιδιότυπη αυτή παράσταση. Ντάμα και καβαλιέρος που λικνίζονται αισθησιακά, πλην, ατσούμπαλα.
Ιστορικά, μιλώντας, ερμηνεύεται η στάση της Γερμανίας. Νιώθεται, όπως θα έλεγε και ο Καβάφης “Στα 200 π.Χ.”
Η Γερμανία υπήρξε μεγάλη χερσαία αυτοκρατορία από το τρίτο τέταρτο του 19ου αιώνα και στις αρχές του 20ου, έχοντας ως πυξίδα την πρωσική νοοτροπία, καθότι ενοποιήθηκε υπό το βασίλειο της Πρωσίας.
Η πρωσική νοοτροπία ερμηνεύεται ως ανάγκη ηπειρωτικής κυριαρχίας. Και αυτό αντίστοιχα προκύπτει από την ιστορική της αδυναμία να γίνει μεγάλη ναυτική και αποικιοκρατική δύναμη όπως οι αντίπαλοί της.
Οπότε, αναγκαστικά, στον μεγάλο αντίποδα του συσχετισμού δυνάμεων της εποχής που μεσουρανούσε και έπαιζε μπάλα στα γήπεδα των μεγάλων δυνάμεων, έπρεπε να διαλέξει, για συμπαίκτες, δυνάμεις ίσου ή παρόμοιου βεληνεκούς.
Και έτσι προκύπτει η συμμαχία, παρότι μέχρι πρότινος αντίζηλος στην κούρσα για τη γερμανική ενοποίηση, με την Αυστρο-ουγγρική διπλή μοναρχία των Αψβούργων. Και ύστερα με τους Οθωμανούς.
Παρότι οι δεύτεροι με τους τρίτους σφαγιάζονταν για τρεις αιώνες για την κυριαρχία στα Βαλκάνια και την απώθηση του εξισλαμισμού της Ευρώπης. Αλλά αυτή είναι άλλη ιστορία.
Απεναντίας η Ελλάδα, κατεξοχήν ναυτική χώρα λόγω γεωγραφικής θέσης και ιστορικής ανάγκης δεν ανήκε πουθενά αλλού από τη σφαίρα επιρροής των ναυτικών δυνάμεων, όπως η Μεγάλη Βρετανία και ΗΠΑ, στη συνέχεια.
Αυτά, λίγο πολύ, είναι γνωστά.
Η Γερμανία, όπως κάθε σοβαρό κράτος που σέβεται τον εαυτό του, διατηρεί ενιαία εξωτερική πολιτική, παρ΄όλη την εναλλαγή πολιτικών και πολιτειακών καθεστώτων.
Είτε λέγεται Πρωσία, είτε Γερμανική Αυτοκρατορία, είτε Δημοκρατία της Βαϊμάρης, είτε Ναζιστική Γερμανία, είτε Ομοσπονδιακή Δημοκρατία της Γερμανίας ( τη Λαοκρατική Δημοκρατία της Γερμανίας δεν την υπολογίζω, ένα θλιβερό προτεκτοράτο της ΕΣΣΔ υπήρξε ) ακολουθεί την πολιτική η οποία εκφράζει και επιδιώκει τα συμφέροντά της.
Τώρα επειδή αυτό είναι λίγο γενικόλογο, οφείλω να αναφέρω ότι οι επιστολές μεταξύ υπουργών της πρωσικής κυβέρνησης τη δεκαετία του 1860, συνεχίζουν ακόμα και στις μέρες μας να εφαρμόζονται ως άξονες και μονοπάτια χάραξης συμφερόντων.
Δεν είναι οι Γερμανοί “ηλίθιοι” που έχουν μείνει στο 1860. Ήταν οι Πρώσοι υπουργοί τόσο “μπροστά” και κοιτούσαν τόσο μακριά που είχαν οραματιστεί τις ζώνες επιρροής και έκφρασης της οικονομικής ή πολιτικής κυριαρχίας της χώρας τους σε βάθος 200 και πλέον ετών.
Ασφαλώς, δεν είχαν κατά νου πως οι στρατιές τους θα ηττόνταν σε δύο παγκόσμιους πολέμους (ποιος θα έλεγε ότι ο πρωσικός στρατός θα έχανε στο πεδίο της μάχης και δεν θα τον περνούσαν για τρελό) και δε θα αποκτούσαν με τα όπλα τον “Ζωτικό Χώρο”.
Ναι, έναν ορισμό που εκείνοι δημιούργησαν και οι διάδοχοί τους, ναζί, τον ανέσυραν από τα κρατικά αρχεία και τον διαπότισαν/εξέφρασαν με τη δική τους ιδεολογία.
Είναι ιδιαιτέρως γνωστά και μακροσκελή τα στοιχεία που μπορούν να προκύψουν από απλές αναγνώσεις ιστορικών βιβλίων για το πώς η ενορχήστρωση των ελληνικών διωγμών στη Μικρά Ασία είναι προϊόν σκέψης του στρατηγού Όττο Λίμαν φον Σάντερς.
Εφάρμοσε στην οθωμανική επικράτεια τον εκτουρκισμό που είχε δοκιμαστεί σε μικρότερη κλίμακα στα διαφιλονικούμενα από Πολωνούς, Κασούβους και γηγενείς Πρώσους, εδάφη.
Για να μπορέσεις να αφοσιωθείς στο μέτωπο εναντίον των εχθρών σου πρέπει να έχεις εκκαθαρίσει το εσωτερικό μέτωπο.
Για εμάς τους Έλληνες αποτέλεσε την έναρξη εθνικών τραγωδιών. Για τους Τούρκους υπήρξε εθνική ανάγκη, για τους Γερμανούς πεδίο εφαρμογής ιδεών.
Φοβερό πώς αλλάζει η ιστορική οπτική.
Φυσικά η Πρωσία, ως κρατική υπόσταση, έπαψε να υφίσταται με ένα και μόνο άρθρο μιας διασυμμαχικής επιτροπής στις 25 Φεβρουαρίου του 1947.
Κανένα, όμως, διάταγμα δεν μπορεί να καταργήσει τη σκέψη και την πολιτική, κοινωνική και οικονομική ιδεολογία.
Με την ένωση των Γερμανιών η Ανατολή μπορεί σε οικονομικούς όρους να απορροφήθηκε από τη Δύση, όμως η επιστροφή της πρωτεύουσας και του κέντρου λήψης των πολιτικών αποφάσεων της χώρας στο Βερολίνο, δεν ήταν μόνο συμβολική κίνηση.
Τα χρήματα, στη Γερμανία, προέρχονται από τη Δύση και τον Νότο. Αλλά τις πολιτικές αποφάσεις τις παίρνει η Ανατολή.
Το γιατί, θα το εξηγήσω σε άλλο άρθρο.
Τέλος πάντων, μακρηγόρησα.
Η Γερμανία δεν ήταν φίλη μας ποτέ και δεν πρόκειται να γίνει. Οι λόγοι είναι απλοί.
Γεωπολιτικά, γεωστρατηγικά και ιστορικά δεν έχει συμφέροντα στο να είναι με το μέρος μας.
Κανείς δεν είναι με το μέρος μας. Εμείς οφείλουμε να τους επιβάλλουμε τα συμφέροντά μας.