
Το ψυχογράφημα του «Έλληνα» που υποστηρίζει τις χρόνιες θηριωδίες της Παλαιστίνης και αποστρέφεται το αμυνόμενο Ισραήλ.
Όταν ο άνθρωπος αδυνατεί να ερμηνεύσει την πολυπλοκότητα του κόσμου, συχνά καταφεύγει στη δημιουργία συμβόλων, μύθων και αφηγημάτων. Αυτά τα κατασκευάσματα γεμίζουν το κενό της κατανόησης, προσφέροντας μια απλουστευμένη εκδοχή της πραγματικότητας που είναι πιο εύκολο να αποδεχτεί.
Στην ελληνική συνείδηση, ο Παλαιστίνιος δεν αντιμετωπίζεται ως ένας άνθρωπος με ιστορικό βάθος, εσωτερικές αντιφάσεις ή καθημερινές αγωνίες. Αντιθέτως, μεταμορφώνεται σε αρχετυπική φιγούρα: ο αντάρτης της αντίστασης, ο καταπιεσμένος ήρωας που μάχεται ενάντια σε υπέρτερες δυνάμεις. Είναι ο αγωνιστής της Επανάστασης του ’21 με καφίγια, ο φτωχός που επιβιώνει παρά τις αντιξοότητες, ο αιώνιος «αδικημένος». Αυτή η εικόνα του απονέμει μια σχεδόν μεταφυσική αθωότητα: ό,τι κι αν πράξει –από την αντίσταση μέχρι την ακραία βία– παραμένει στο ελληνικό φαντασιακό ο «καλός» της ιστορίας. Ακόμη κι όταν οι πράξεις του εγείρουν ηθικά ερωτήματα, η ταυτότητά του ως «θύματος» τον εξαγνίζει.

Αντίθετα, ο Ισραηλινός εμφανίζεται στο ελληνικό αφήγημα ως ο απόλυτος «άλλος». Είναι ο ψυχρός καταπιεστής, ο στρατιωτικός δυνάστης, ο αδίστακτος κυρίαρχος που υποστηρίζεται από παγκόσμιες υπερδυνάμεις. Στην ελληνική φαντασία, δεν έχει ανθρώπινα χαρακτηριστικά: δεν είναι πατέρας, καλλιτέχνης, δάσκαλος ή εργάτης. Δεν βιώνει φόβο, δεν φέρει το τραύμα της ιστορικής του μνήμης, δεν αγωνιά για το μέλλον. Και βεβαίως, για κάποιο λόγο που αδυνατούμε να κατανοήσουμε, δεν έχει δικαίωμα να αμυνθεί όταν δέχεται επίθεση από εχθρούς, όταν χάνει εδάφη ή συνανθρώπους του, οικογένειες με μικρά ή μεγάλα παιδιά. Είναι μια καρικατούρα που συνδυάζει στοιχεία του αποικιοκράτη, του ιμπεριαλιστή και του «ξένου». Και, φυσικά, είναι Εβραίος – ένα στοιχείο που συχνά φορτίζει την αντίληψη με ιστορικές προκαταλήψεις, συνειδητές ή ασυνείδητες.
Η ελληνική προσέγγιση στο Παλαιστινιακό δεν στηρίζεται σε βαθιά ανάλυση ή γνώση των γεωπολιτικών και ιστορικών δεδομένων. Αντιθέτως, αντανακλά μια βαθιά ριζωμένη ανάγκη να κατηγοριοποιούμε τον κόσμο σε «καλούς» και «κακούς», σε ήρωες και δαίμονες. Το Παλαιστινιακό γίνεται έτσι ένας καμβάς πάνω στον οποίο προβάλλουμε τις δικές μας αξίες, τις ενοχές μας και την επιθυμία μας να ταυτιστούμε με το «δίκαιο». Ο Παλαιστίνιος γίνεται ο καθρέφτης της δικής μας ανάγκης για ηθική υπεροχή, ενώ ο Ισραηλινός ο αποδιοπομπαίος τράγος.
Αυτή η απλουστευτική αντίληψη δεν αφήνει χώρο για αποχρώσεις. Όποιος τολμήσει να αμφισβητήσει το κυρίαρχο αφήγημα κινδυνεύει να στιγματιστεί: κατηγορείται ως «υποστηρικτής της καταπίεσης», αποκαλείται «σιωνιστής» ή αντιμετωπίζει προσωπικές επιθέσεις. Η συζήτηση δεν είναι διάλογος, αλλά τελετουργία πίστης.

Η ελληνική ματιά παραβλέπει μια κρίσιμη πραγματικότητα: ότι η σύγκρουση στην περιοχή δεν είναι απλώς μια μάχη ανάμεσα σε έναν αδύναμο και έναν ισχυρό. Αγνοεί το γεγονός ότι εκατοντάδες εκατομμύρια άνθρωποι σε γειτονικές χώρες αρνούνται το δικαίωμα ύπαρξης ενός μικρού κράτους με πληθυσμό μόλις 10 εκατομμυρίων, σύμφωνα με επίσημη εκτίμηση για το 2025. Πάνω κάτω, όσο και εμείς στην Ελλάδα.
Αυτή η άρνηση δεν φαίνεται να μας προβληματίζει. Ίσως γιατί, κατά βάθος, δεν μας ενοχλεί η βία καθαυτή, αλλά το ποιος την ασκεί.
Μήπως η ενόχλησή μας πηγάζει από κάτι βαθύτερο; Μήπως η ιδέα ενός Εβραϊκού κράτους με δύναμη και αυτονομία μας ξεβολεύει; Μήπως, χωρίς να το συνειδητοποιούμε, αναπαράγουμε στερεότυπα που έχουν τις ρίζες τους σε αιώνες προκαταλήψεων;
Δεν μιλάμε εδώ για τον «αντισιωνισμό» ως πολιτική θέση, αλλά για κάτι πιο αρχαίο και πιο σκοτεινό – μια κληρονομιά που ίσως μας ακολουθεί ασυνείδητα.
Όλοι μας έχουμε διαμορφωθεί από το ίδιο πολιτισμικό περιβάλλον. Όλοι κουβαλάμε τις ίδιες παραδόσεις.
Μάλλον ήρθε η ώρα να κοιτάξουμε πέρα από τα σύμβολα και να αντιμετωπίσουμε την πραγματικότητα με μεγαλύτερη ειλικρίνεια.