
Το 1992, όταν το Λος Άντζελες παραδόθηκε στο χάος των ταραχών μετά την απόφαση στη δίκη του Ρόντνεϋ Κινγκ, ήμουν μόλις δεκαοκτώ ετών. Θυμάμαι τον εαυτό μου, νέο και παρατηρητικό, να εντυπωσιάζεται όχι τόσο από τη βιαιότητα των γεγονότων, όσο από την απρόσμενη γενναιότητα μιας μικρής, σχεδόν αόρατης μέχρι τότε τοπικής κοινότητας: τους Κορεάτες καταστηματάρχες.
Χωρίς την παραμικρή εμπιστοσύνη σε έναν κρατικό μηχανισμό που είχε ήδη καταρρεύσει, οι άνθρωποι αυτοί οργανώθηκαν με εντυπωσιακή ευελιξία. Οπλισμένοι με νόμιμα μέσα, στάθηκαν στις ταράτσες των καταστημάτων τους και υπερασπίστηκαν με παλικαριά και ανδρεία τον κόπο τους απέναντι σε έναν εξαγριωμένο όχλο. Η εικόνα τους, σιωπηλή αλλά αδιαπραγμάτευτη, έμεινε στη μνήμη μου ως ένα σύμβολο τιμιότητας που αρνείται να παραδοθεί απέναντι στο χάος.
Δεκαέξι χρόνια αργότερα, το 2008, βρέθηκα εργαζόμενος στο κέντρο της Αθήνας όταν ξέσπασε η πολυήμερη εξέγερση μετά τον θάνατο του Αλέξη Γρηγορόπουλου. Αυτή τη φορά δεν θαύμασα τίποτα. Είδα μια πόλη να σβήνει, να λεηλατείται από οργανωμένες ομάδες με μηδενιστική ιδεολογία και απέναντί τους ένα κράτος απονευρωμένο. Η κυβέρνηση στάθηκε αμήχανη, σχεδόν αδιάφορη, αφήνοντας τους πολίτες της απροστάτευτους, την ίδια ώρα που οι καταστηματάρχες έβλεπαν τα μαγαζιά τους να καταρρέουν μέσα στις φλόγες. Η απογοήτευση μου τότε ήταν απερίγραπτη. Όχι μόνο για την έλλειψη αντίδρασης, αλλά κυρίως για την απουσία ντροπής εκ μέρους της εξουσίας.

Σήμερα, ξανά, στο Λος Άντζελες, το φαινόμενο επιστρέφει με νέα μορφή με συγκρούσεις αριστερών και λαθρομεταναστών ενάντιον υπηρεσιών φύλαξης των συνόρων. Παρακολουθούμε με δέος καθημερινά από την τηλεόραση, ομάδες αναρχικών να υψώνουν μεξικανικές σημαίες σε αμερικανικό έδαφος, βίαιες ενέργειες ενάντια σε αστυνομικές δυνάμεις που προσπαθούν να εφαρμόσουν την ισχύουσα νομοθεσία. Πρόκειται για ολομέτωπη σύγκρουση με την ίδια την ιδέα του κράτους δικαίου. Και όλα αυτά, με την ανοχή και κάλυψη μέρους του πολιτικού φάσματος των Δημοκρατικών, που επιδιώκει να εργαλειοποιήσει την αταξία.
Η λαϊκή εντολή για προστασία των συνόρων και επιβολή της νομιμότητας δεν είναι αφηρημένο σύνθημα. Είναι προϋπόθεση επιβίωσης. Αν το κράτος δεν μπορεί να εξασφαλίσει στους πολίτες του το αυτονόητο δικαίωμα της ασφάλειας, τότε το κενό δεν θα μείνει άδειο. Θα το καταλάβει ο πιο θρασύς.
Ελπίζω η τάξη στις ΗΠΑ να αποκατασταθεί με αποφασιστικότητα αλλά και υπευθυνότητα. Χωρίς ακρότητες, χωρίς εκδίκηση. Αλλά με απόλυτη σαφήνεια: η νομιμότητα δεν είναι επιλογή. Είναι υποχρέωση. Και η προστασία της, είναι καθήκον όλων των πολιτών.