Τέχνη και Ελληνοψυχία

Μέρος Β' - Μουσική, η κορωνίδα των τεχνών
📷 PIXABAY

Μετά το πρώτο μέρος του άρθρου στο οποίο αναφερθήκαμε στη μελέτη της Λογοτεχνίας, τώρα θα αναφερθούμε στη Μουσική, την κορωνίδα των τεχνών κατά πολλούς. Σε αντίθεση με τη Λογοτεχνία, στη Μουσική, αφ’ ενός λόγω απουσίας σημειογραφίας αφ’ ετέρου λόγω προφανώς ελλείψεως ηχογραφήσεων μέχρι και τον 20ο αιώνα, δεν έχουμε τη δυνατότητα να τη μελετήσουμε σε τέτοιο βάθος χρόνου όπως τη Λογοτεχνία.

Σε κάθε περίπτωση, έχουμε και εδώ πλούσια παράδοση είτε εγχώρια με τη Βυζαντινή Μουσική και τη Λαϊκή Παραδοσιακή είτε προερχόμενη από τη Δύση, τη λεγόμενη Ευρωπαϊκή Μουσική και ειδικότερα την ορχηστρική εκδοχή της με την οποία θα ασχοληθούμε στο άρθρο. Θεωρούμε ότι ένας Έλληνας ο οποίος θέλει να έχει άρτια μουσική παιδεία, οφείλει να έχει έλθει οπωσδήποτε σε επαφή είτε ακουστικά είτε ως μελετητής με τα τρία αυτά μουσικά είδη αλλά και όποιος θέλει να επιδοθεί στη σύνθεση οφείλει να εμπνευσθεί από τα τρία αυτά είδη τα οποία εκφράζουν αφ’ ενός μία αρχετυπική αρμονία αφ’ ετέρου δε διέπονται από έναν μεγάλο βαθμό καλλιτεχνικής επεξεργασίας, ιδίως η Βυζαντινή και η Ευρωπαϊκή οι οποίες είναι λόγιες μορφές τέχνης.

 Δεν θα μπορούσε να μην είναι αφετηρία της ανάλυσής μας η Βυζαντινή Μουσική, η Μουσική των Αγγέλων κατά πολλούς. Η Βυζαντινή Μουσική είναι ουσιαστικά συνδεδεμένη με την Υμνογραφία – αν και υπάρχουν και κάποιες μεταγενέστερες ορχηστρικές εκδοχές – τής  οποίας αποτελεί επένδυση αλλά και χάριν της οποίας η πρώτη δημιουργήθηκε εξ αρχής. Όπως τονίσαμε και στο πρώτο μέρος του άρθρου, στην Υμνογραφία και τη Βυζαντινή Μουσική διαφυλάσσεται ακέραια η ενότητα Λόγου και Μουσικής όπως την εννοούσαν οι Αρχαίοι Έλληνες καθώς επίσης εκφράζονται με τρόπο εύληπτο και αισθητικά άρτιο τα θεόπνευστα νοήματα των Ιερών Κειμένων.

📷 PIXABAY

Η Βυζαντινή Μουσική, μέρος της μακραίωνης ελληνικής μουσικής αλλά και εκκλησιαστικής παράδοσης, είναι η ηχητική υπόκρουση η οποία ντύνει όλες τις σημαντικές στιγμές του Χριστιανισμού όπως βιώνεται μέσα στον ελληνικό χώρο, δηλαδή τις μεγάλες γιορτές της Ορθοδοξίας, τις χαρές του ανθρώπου (Βάπτιση, Γάμος) αλλά και τη μεγάλη στιγμή του αποχωρισμού από τα εγκόσμια. Επίσης, έχει γεννήσει και μεγάλα αριστουργήματα της μουσικής τέχνης μέσα από τους μεγάλους εκπροσώπους της (ενδεικτικά αναφέρουμε τον μέγιστο Πέτρο Λαμπαδάριο τον Πελοποννήσιο αλλά και άλλους κλασικούς όπως ο Άγιος Ιωάννης ο Κουκουζέλης, ο Μανουήλ Χρυσάφης, ο Μπαλάσιος Ιερέας, ο Πέτρος Μπερεκέτης, ο Δανιήλ Πρωτοψάλτης κ.α.) ενώ είναι μία ζωντανή τέχνη καθώς μέχρι και σήμερα ο ήχος της είναι ζωντανός μέσα στη Θεία Λατρεία και δεν αποτελεί κατ’ ουδένα τρόπο ένα μουσειακό είδος. Τέλος, οι κλίμακες αλλά και τα μουσικά μοτίβα της, έχουν διαποτίσει την Παραδοσιακή Μουσική και έχουν εμπνεύσει σύγχρονους δημιουργούς στις συνθέσεις τους.

Δεν θα μπορούσαμε να μην αναφερθούμε στον έτερο κλάδο της ελληνικής μουσικής, τη Λαϊκή Παραδοσιακή είτε ως επένδυση στο Δημοτικό Τραγούδι είτε με την ορχηστρική διάστασή της. Το Δημοτικό Τραγούδι, όπως τονίσαμε και στο πρώτο μέρος του άρθρου, αφηγείται αφ’ ενός τα μεγάλα κατορθώματα του Ελληνισμού και αφ’ ετέρου εξιστορεί τις σημαντικές πτυχές της ζωής του ανθρώπου της ελληνικής παραδοσιακής κοινωνίας.

Η Παραδοσιακή Μουσική είναι η μουσική επένδυση με την οποία ο άνθρωπος εκφράζεται τραγουδώντας ή χορεύοντας στις μεγάλες εθνικές αλλά και οικογενειακές χαρές ενώ απαλύνει τους καημούς τού κάθε ανθρώπου και τον παρηγορεί στις δύσκολες στιγμές, εθνικές και κοινωνικές ή προσωπικές. Καθώς η παραδοσιακή κοινωνία – ακόμα και στην επαρχία – έχει εν πολλοίς εκλείψει, πλέον η Παραδοσιακή Μουσική δεν έχει τη λειτουργία που είχε στο παρελθόν· εντούτοις όμως έχει μείνει ζωντανή μέσα από τα γλέντια των ανθρώπων και με τη συνεισφορά διαφόρων συλλόγων, ενώ η αστική εκδοχή της, δηλαδή το Λαϊκό Τραγούδι έχει ακόμα μία ζωντανή δυναμική μέσα στην ελληνική κοινωνία καθώς αναβαπτίσθηκε μέσα και από τη συνεισφορά έντεχνων δημιουργών οι οποίοι το ανήγαγαν σε μία υψηλής μορφής τέχνη.

Όπως φυσικά προείπαμε, θα αναφερθούμε και στην Ευρωπαϊκή Μουσική και ειδικά στην ορχηστρική εκδοχή της όπως μας την παρέδωσαν οι μεγάλοι μουσουργοί από τα τέλη του 17ου αιώνα μέχρι και τις αρχές του 20ου περίπου. Συγκεκριμένα, ξεκινούμε από την εποχή του λεγόμενου Μπαρόκ με τους δύο μεγάλους εκπροσώπους της τον Μπαχ και τον Βιβάλντι, συνεχίζουμε με την περίοδο του Κλασικισμού όπως την εξέφρασε η μεγάλη τριάδα των Μότσαρτ, Χάιντν και Μπετόβεν και καταλήγουμε στον Ρομαντισμό με τους μεγάλους Σοπέν, Λιστ, Τσαϊκόφσκι και Σαιν-Σανς αλλά και άλλους φυσικά.

Η προσοχή μας είναι κυρίως στην ορχηστρική μουσική επειδή αφήνει μία μεγαλύτερη ελευθερία στον ακροατή να στοχασθεί και να νιώσει την τέχνη και δεν εκβιάζει τόσο το συναίσθημα με τα λόγια όπως τα τραγούδια με στίχους. Ένας σύγχρονος άγιος μάλιστα της Εκκλησίας, ο Άγιος Πορφύριος ο Καυσοκαλυβίτης, είχε πει ότι αν θέλει κάποιος να ακούσει μουσική πέραν της εκκλησιαστικής, καλό είναι γενικά να προτιμά μουσική χωρίς λόγια.

Ουσιαστικά, το μεγάλο κατόρθωμα αυτών των μουσουργών είναι ότι πήραν απλές μελωδίες κυρίως μέσα από τη Μεσαιωνική αλλά και τη μετέπειτα παράδοση της Δυτικής και Ανατολικής Ευρώπης – οι οποίες εν πολλοίς έχουν προέλευση και από την ελληνική παράδοση – καθώς και παραδοσιακούς χορούς από τις χώρες αυτές και δημιούργησαν με τη συνθετική τους δεξιοτεχνία και την καλλιτεχνική επεξεργασία, ένα είδος σπάνιας μουσικής εκλέπτυνσης καθώς ανέπτυξαν πολλά μουσικά είδη όπως οι Σονάτες, τα Κοντσέρτα, οι Συμφωνίες κ.α. Η μουσική αυτή στις πιο υψηλές εκφάνσεις της, μπορεί να προσφέρει αφ’ ενός στιγμές χαλάρωσης και στοχασμού αλλά και να γεννήσει και συναισθήματα ανδρείας και γενναιοφροσύνης και αφ’ ετέρου, λόγω της ορχηστρικής φύσης της, να ενισχύσει τον άνθρωπο κατά τη διάρκεια κυρίως διανοητικών εργασιών όπως η μελέτη και η συγγραφή (ειδικά οι συνθέσεις του Μότσαρτ είναι ακαταμάχητες σε αυτόν τον τομέα) αλλά και να αποτελέσει αστείρευτη πηγή έμπνευσης – όπως η Βυζαντινή άλλωστε – για κάποιον ο οποίος επιθυμεί να συνθέσει δική του μουσική.

Κλείνοντας, μπορούμε να πούμε ότι η εμβριθής μελέτη αυτών των τριών ειδών μουσικής απαιτεί σίγουρα εξαιρετικά κοπιαστική προσπάθεια για το κάθε ένα και σίγουρα δεν μπορεί να τα αντιμετωπίζει ο καθένας με προχειρότητα και επιπολαιότητα.

Κάθε άνθρωπος ο οποίος όμως θέλει να έχει μία πλήρη αισθητική συγκρότηση και στον τομέα της Μουσικής οφείλει να έχει έλθει σε επαφή και να προσπαθήσει να νιώσει τη φιλοσοφία και το πνεύμα το οποίο τα διέπει και να κατανοήσει ότι οποιαδήποτε μορφή σύνθεσης, για να έχει μέσα πνεύμα αρμονίας και ελληνοψυχίας – που είναι και το ζητούμενο για μας εν προκειμένω – οφείλει να επηρεασθεί από αυτά τα είδη τα οποία είναι το αρχέτυπο και το επιστέγασμα της μουσικής τέχνης.

Περισσότερα απο

Πέτρος Γ.

Είμαστε

ΠΑΝΤΟΥ