Με αφορμή την όλο και αυξανόμενη επιθετικότητα της Τουρκίας σε Ανατολική Μεσόγειο, Αιγαίο και Θράκη, που φλερτάρει με άλλη μια ολοκληρωτική πολεμική αναμέτρηση που θα διέσπειρε απίστευτη φρίκη και δυστυχία και πάλι και στις δύο Πλευρές του Αιγαίου, προσπάθησα λοιπόν να σκεφτώ κάποια ταινία που να διαδραματίζεται στην Τουρκία.
Μια κινηματογραφική παραγωγή που να δείχνει, ποια είναι η Τουρκία (ή όπως λένε κάποιοι Κατεχόμενη Ιωνία) και τι έχει προσφέρει στον Κόσμο πέραν του know-how βιασμών, δολοφονιών, αρπάγων, βασανιστηρίων και Γενοκτονιών και ποια είναι η εντύπωση του Δυτικού Κόσμου για αυτή γενικά. Και ποια άλλη ταινία περιγράφει πιο γλαφυρά την Τουρκιά σαν κρατική οντότητα σαν λαό και “πολιτισμό” από το κλασικό πια Εξπρές του Μεσονυχτίου (1978).
Μια ταινία που μιλά στην ψυχή κάθε Έλληνα αλλά και Δυτικού, καθότι αναδεικνύει προαιώνια ιστορικά άγχη και φοβίες για τον Βάρβαρο προαιώνιο Οφι της μογγολικής Στέπας, αυτή την καταστροφική λαίλαπα των ορδών των υπανθρώπων, την μάστιγα του Θεού. Μια λαίλαπα που έφτασε στις Πύλες της Βιέννης το 1683 και που λέγεται Τουρκισμός και μας βασανίζει ως προπύργιο και κυματοθραύστη του Δυτικού πολιτισμού επί 950 χρόνια τώρα και μας έχει καθημάξει εδαφικά πληθυσμιακά και πολιτισμικά, με την οπουρτουνίστικη αρπακτική βαρβαρότητα της Ύαινας της Ιστορίας.
Πιστεύω ότι το Εξπρές του Μεσονυχτίου και βασικά ο συγγραφέας της ταινίας Όλιβερ Στόουν (Oliver Stone) κινείται σε αυτό το αντιτουρκικό πνεύμα και ιστορικό πλαίσιο. Το Εξπρές του Μεσονυχτίου είναι μια ταινία-γροθιά στον Τουρκικό “πολιτισμό” και την κατασκευασμένη τουρκική κρατική οντότητα που δημιουργήθηκε το 1923 από Μεγάλες Δυνάμεις, ως ισοζύγιο γεωπολιτικής ισχύος. Είναι μια υποσυνείδητη κινηματογραφική “Σταυροφορία” ενάντια σε όλα αυτά που εκπροσωπεί η λέξη Τουρκία, καθώς και ένα ταξίδι στην κόλαση επί Γης που λέγεται τουρκική φυλακή και νομικό-σωφρονιστικό σύστημα. Μια αέναη πάλη του πολιτισμένου Δυτικού Ανθρώπου να αντιμετωπίσει το πολιτισμικό χάσμα μέσα στον ανατολίτικο βόθρο και βαρβαρικό σαδισμό κι αυταρχισμό, όπως εκφράζει υποβολιμαία το πρωτοποριακό εμβληματικό και cult πλέον soundtrack του Τζόρτζιο Μόροντερ (Giorgio Moroder), δηλαδή αυτή την συνεχή αίσθηση απειλής και αγωνίας από τους κινδύνους αλλά και τα ριψοκίνδυνα θέλγητρα της άγνωστης Ανατολής.
Ταινιάρα χωρίς απολογίες και πολιτικές ορθότητες από την διατρητική πένα του αριστεριστή παλαιάς κοπής Όλιβερ Στόουν (που στο σημερινό κλίμα του Χόλυγουντ φαντάζει συντηρητικός) και την πρωτοποριακή σκηνοθετική ματιά του Άλαν Πάρκερ (Alan Parker) με την κινηματογραφική παιδεία κι attitude του Νέου Βρετανικού Σινεμά του ’70-‘ 80.
Η ταινία βασίστηκε στο ομώνυμο βιβλίο που περιγράφει την οδύσσεια του Billy (William) Hayes στις τουρκικές φυλακές στις αρχές της δεκαετίας του 1970, ενός νέου με hippie τάσεις και με χασικλίδικη έξη, που είχε την φαεινή ιδέα να περνάει αεροπορικά μερικά κιλά χασίς από την Τουρκία στην Αμερική και όχι μόνο μια φορά, καθώς το είχε ξανακάνει και στην πραγματικότητα σε αλλά ταξιδάκια στην Τουρκία πριν τον συλλάβουν. Δεν ήταν κανένας άγιος ή αθώος ο Hayes, απλά το σενάριο του Όλιβερ Στόουν, κάνει ένα σχόλιο για την νομιμοποίηση ή μη των ναρκωτικών και ειδικά του χασίς, καθώς και για τον ακραιφνή ριγορισμό της δίωξης τους παγκόσμια, που καταναλώνει κονδύλια και ενεργεία των διωκτικών άρχων και φυλάκων και περιορίζει τη δίωξη άλλων πιο βίαιων αδικημάτων κατά τον συγγραφέα.
Ο Hayes δεν ήταν μεγαλέμπορος ναρκωτικών, ήταν απλά ναρκομανής μικροέμπορος, που ήθελε να έχει απόθεμα από λαχταριστό τουρκικό χασίσι, για να πασάρει σε λίγους γνωστούς του και να βγάζει εξτραδάκια. Έτσι βρέθηκε σε μια κόλαση επί Γης και σε έναν κυκεώνα, που παραλίγο θα του διέλυε την ζωή ολοκληρωτικά. Η ταινία περιγράφει σχεδόν σαν θρίλερ την κατάβαση του Hayes στην τουρκική κόλαση, μια Κόλαση που ίσως δεν του άξιζε…