Από την Συρία στην Λιβύη δεν είναι ένα τσιγάρο δρόμος. Και όμως πολλοί Σύροι λειτουργώντας ως μισθοφόροι του καθεστώτος Ερντογάν πολεμούν στην Λιβύη για να μορφοποιηθεί το όραμα της νέας περιφερειακής υπερδύναμης που καλείται Τουρκία.
Το όραμα της «γαλάζιας πατρίδας» που δεν είναι τίποτα άλλο από την γεωπολιτική κυριαρχία της Τουρκίας στην νοτιοανατολική Μεσόγειο. Το κενό που άφησε ο μέγας ηγέτης της αριστεράς, Ομπάμα, μετά την θεόπνευστη εξωτερική πολιτική του που κατέληξε σε αραβικό χειμώνα διαφαίνεται και στην Λιβύη. Κενό που η Τουρκία έσπευσε να γεμίσει αφού η Ελλάδα είναι ηχηρώς απούσα από όλα τα κέντρα αποφάσεων. Διότι η κίνηση που έκανε η κυβέρνηση με τον Χαφτάρ ήταν χωρίς ουσία αφού δεν διέθετε το απαραίτητο βάθος για να την υποστηρίξει.
Προσέξτε τώρα στον αντίποδα πόσο σοβαρή και ενεργητική είναι η τουρκική εξωτερική πολιτική. Με την παρέμβασή της στην Λιβύη στο πλευρό της μερίδας εκείνης που υποστηρίζει ο ΟΗΕ όχι μόνο διασφαλίζει την ισχύ του Τούρκο–Λιβυκού Συμφώνου ανταπαντώντας στα σχέδια του άξονα Ελλάδος–Κύπρου–Ισραήλ αλλά ταυτόχρονα διεκδικεί κατά προτεραιότητα την ολοκλήρωση κατασκευαστικών συμβάσεων δισεκατομμυρίων που είχαν υπογραφεί επί Καντάφι μόλις λήξει η εμφύλια διαμάχη και επιδιώκει την δημιουργία στρατιωτικών βάσεων που θα απλώσουν την κυριαρχία της στην βόρειο Αφρική όπως κατά την περίοδο της Οθωμανικής Αυτοκρατορίας.
Ήταν τα drones του Ερντογάν και τα αντιαεροπορικά του συστήματα αυτά που βοήθησαν στην ανακατάληψη της δυτικής Λιβύης που βρισκόταν στα χέρια του Χαφτάρ ο οποίος υποστηρίζεται πρωτίστως από την Ρωσία και δευτερευόντως από την Γαλλία, τα ΗΑΕ, την Αίγυπτο, την Σαουδική Αραβία και την Ιορδανία.
Αναρωτάται λοιπόν ο γράφων: το γεγονός ότι η Τουρκία μπορεί να συμμετέχει στην Συρία και στην Λιβύη ταυτόχρονα ενώ την ίδια στιγμή προκαλεί καθημερινώς την Ελλάδα στον Έβρο και στα νησιά του Αιγαίου την καθιστά περιφερειακή υπερδύναμη;
Η απάντηση δυστυχώς για την Ελλάδα δεν μπορεί να είναι άλλη από το «ναι». Μάλιστα το χειρότερο σενάριο όλων συζητείται έντονα στους διπλωματικούς κύκλους και δεν είναι άλλο από την σταδιακή αναθέρμανση των σχέσεων της Τουρκίας με το Ισραήλ.
Στον αντίποδα, εμείς καθησυχάζουμε τους εαυτούς μας με διάφορα αφηγήματα εσωτερικής κατανάλωσης. «Η Ελλάδα είναι ασφαλής όσο είναι εντός ΕΕ». «Η Τουρκία έχει απλωθεί περισσότερο από ότι της επιτρέπουν οι δυνάμεις της». «Την Τουρκία θα την διαλύσει το Κουρδιστάν το οποίο το θέλουν οι Αμερικανοί». «Η Τουρκία θα χάσει στην Λιβύη διότι βρίσκεται αντιμέτωπη με τους Ρώσους».
Αυτή η νοοτροπία της πίστης σε παράγοντες άλλους πλην των δικών μας δυνάμεων περιτριγυρίζει τόσο τους κυβερνώντες από τα Ορλωφικά έως σήμερα. Η ήττα της πατρίδας μας με την Συμφωνία των Πρεσπών ήταν πολυσήμαντη. Το μήνυμα που εξέπεμψε ήταν ότι η Ελλάδα δεν δύναται να επιβάλλει την βούλησή της ούτε στα αδύναμα Σκόπια.
Είμαστε μία χώρα που θα γιορτάσει τα 200 χρόνια από την απελευθέρωσή της, δίχως να έχει διδαχθεί τίποτα από την ιστορία. Την ώρα που Ερντογάν μας περικυκλώνει κυριολεκτικά εμείς ασχολούμαστε με το εάν ο Καποδίστριας είναι δικτάτορας και με την ερωτική ζωή του Καραϊσκάκη.
Το πολιτικό σύστημα τρέμει την ανάληψη ευθύνης απέναντι στην Τουρκία διότι γνωρίζει πολύ καλά ότι το 1922 και το 1974 είναι τα ορόσημα εκείνα που σημάδεψαν και οδήγησαν στην ολική ανατροπή του εγχώριου σκηνικού. Υπάρχουν και συνοικιακοί αναλυτές σε υψηλού κύρους οργανισμούς που πιστεύουν ότι το δόγμα της ασφάλειας έχει καταντήσει εμμονή και άλλοι που βλέπουν ως μονόδρομο την συνεκμετάλλευση στο Αιγαίο. Αυτοί οι άνθρωποι ζουν ανάμεσά μας και κανένας δεν τους χαρακτηρίζει γραφικούς αλλά «σοβαρούς» και «ρεαλιστές».
Εάν η Ελλάδα τάχιστα δεν προσπαθήσει να συμπράξει με ιδιωτικές εταιρείες οπλικών συστημάτων από τις οποίες θα ανατίθεται έργο και στις κρατικές εταιρείες (αντίστροφα από το υπόδειγμα που κυριαρχούσε μέχρι σήμερα) τότε η φινλανδοποίησή της από την Τουρκία θα είναι το μικρότερο από τα προβλήματά της.
Ο Μάρκος Αυρήλιος στα «Τα Είς Εαυτόν» έγραφε «Εσωτερικά ατάραχος δεν αισθάνεται την ανάγκη από ξένες βοήθειες, δεν ζητεί από άλλους την ησυχία του. Όρθιος λοιπόν πρέπει να στέκεσαι και όχι να σε ορθώνουν άλλοι».