Δημογραφικό: Μια ζοφερή πραγματικότητα που ακόμα δεν είδαμε

Ούτε ένας Ορμπάν μας σώζει

Δεν υπάρχει αμφιβολία πως η κυβέρνηση του Βίκτωρος Ουρβανού στην Ουγγαρία έχει κάνει ένα εξαιρετικό έργο μέχρι στιγμής, τόσο στην διαχείριση πολιτικής, οικονομικών, διεθνών κρίσεων, όσο και στο μεγάλο εθνικό πρόβλημα των Μαγυάρων, την υπογεννητικότητα.

Δυστυχώς για τον λαό αυτό, για ένα πολύ μεγάλο διάστημα ειδικά από την τελευταία φάση παρακμής της Σοβιετικής Ενώσεως, υπήρξε μια διαρκής και σταθερή πληθυσμιακή συρρίκνωση.

Σύμφωνα με τα διαθέσιμα δημογραφικά στοιχεία, η αρχή έγινε το 1981. Τότε, η Ουγγαρία είχε πληθυσμό σχεδόν όσο σήμερα είναι η Ελλάς (10,7 εκ. πολίτες). Σταδιακά, ο δείκτης γονιμότητας έπεσε αρκετά κάτω από το 2 (2 τέκνα ανά γυναίκα) και ο πληθυσμός ξεκίνησε να μειώνεται. Αργά και σταθερά ο πληθυσμός μέχρι και το 2010 που ανέλαβε κυβέρνηση, ο Όρμπαν έχασε σχεδόν ένα εκατομμύριο ανθρώπους, ενώ ο δείκτης γεννητικότητας από το 1,87 που ήταν το ’81 έφτασε στο τραγικό 1,23 το 2011.

Σαφώς από τότε που ανέλαβε ο Ουρβανός, τα πράγματα δείχνουν να διορθώνονται, ο δείκτης ανεβαίνει πολύ αργά μεν, αλλά σταθερά, ενώ μόνο από το 2019 που ψήφισε τον νόμο για την επιδότηση πολυμελούς οικογενείας ο δείκτης ανέβηκε κατά 0,10 και έφτασε στο 1,59.

Αυτό που πρέπει να καταλάβει κανείς βλέποντας τα δημογραφικά, είναι το διάγραμμα ηλικιών πληθυσμού. Η μεγάλη ζημία φαίνεται εκεί. Διότι όταν περάσει μια πολύ μεγάλη περίοδος χαμηλής γεννητικότητας, ο πληθυσμός γερνάει. Πληθαίνουν οι γέροι και ελαττώνονται οι νέοι. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα να μειώνεται η γεννητικότητα και παρά τις φιλότιμες προσπάθειες των νέων να κάνουν 2 και 3 παιδιά, ο πληθυσμός συνεχίζει να μειώνεται, διότι οι γηραιοί πεθαίνουν και είναι περισσότεροι από όσους γεννιούνται.

Έτσι εξηγείται πως ενώ η γεννητικότητα στην Ουγγαρία αυξάνεται, η μείωση του πληθυσμού έχει ακόμα αυξητική ρυθμό. Δυστυχώς, τα αποτελέσματα της πολιτικής του Ουρβανού (αν συνεχιστεί η πολιτική του) θα φανούν μόνον μετά από 10-15 χρόνια, όπου τότε θα έχουμε ένα “μπουμ” από νέους σε γόνιμη ηλικία (18-25).

Φωτογραφία από Sabine van Erp από το Pixabay

Η αντιστοιχία με την Ελλάδα είναι εφιαλτική

Η Ελλάς ξεκίνησε να εμφανίζει υπογεννητικότητα (δείκτης γεννητικότητας <2) από το 1983. Όμως λόγω καλών στατιστικών χαρακτηριστικών (μεγάλο ποσοστό νεολαίας), έως και το ’90 ο πληθυσμός συνέχισε να αυξάνεται. Από το ’90 και μετά έχουμε αθρόα είσοδο μεταναστών, οι οποίοι με τις πολιτογραφήσεις τους “ξεγελούν” την στατιστική εικόνα κι ενώ φτάσαμε στο 1,23 την γεννητικότητα, μόλις το 1999 αρχίζει να γίνεται αισθητή η καμπή και η μείωση του πληθυσμού.

Διανύουμε μια δεκαετία μεταξύ 2000-2010 που οι μεσαίες ηλικίες γερνούν αλλά ταυτόχρονα συνεχώς εισέρχονται μετανάστες, με αποτέλεσμα το 2010, να εμφανίζουμε και πληθυσμό ρεκόρ στα 11 εκατομμύρια πολίτες.

Ωστόσο, μετά από αυτή την χρονιά, η γήρανση και η βλάβη πλέον δεν κρύβεται παρά τις συνεχείς ελληνοποιήσεις. Μέσα σε μια δεκαετία πληθυσμός μειώθηκε σχεδόν 400.000 και πρέπει να σημειωθεί πως έχουμε ευρεία πολιτογράφηση μεταναστών και μαζική αποχώρηση νέων Ελλήνων στο εξωτερικό. Πλέον, η νέα γενιά Ελλήνων που πρέπει να σηκώσει το βάρος της γεννητικότητας στις πλάτες της, είναι τα παιδιά των νέων του ’81-’90 που δεν έκαναν παρά 1 ή 2 παιδιά και πλέον οι νέοι δεν θέλουν να κάνουν ούτε αυτά.

Ακόμα κι αν αύριο αποκτούσαμε μια κυβέρνηση Ουρβανού στην Ελλάδα, θα έπρεπε να υπάρξει μια 15ετία αυξημένης γεννητικότητας κατά την διάρκεια της οποίας ο πληθυσμός θα εμφανίζει ακόμα μείωση, έως ότου γυρίσει ξανά σε θετικό πρόσημο.

Δυστυχώς αυτή τη στιγμή η πλειοψηφία του πληθυσμού μας βρίσκεται στην ηλικιακή ομάδα 35-70 ετών. Αλλά ακόμα και η ομάδα 70-100 ετών (τρίτη ηλικία) είναι μεγαλύτερη από την ομάδα 0-20.

Η μείωση μας θα συνεχίσει να αυξάνεται, και αν οι ρυθμοί της παραμένουν χαμηλοί, αυτό θα είναι μόνο χάρη στην πολιτογράφηση και στον αριθμό γεννήσεων μεταναστών.

Περισσότερα απο

Σταμέλος Παπαβασιλείου

Και όμως πετάει

O πόλεμος δεν είναι μόνο ζήτημα ποιότητας αλλά και ποσότητας

Είμαστε

ΠΑΝΤΟΥ