Μας στέλνει ο Μιχάλης Δελλετέκος,
Αρχικά, οφείλουμε να δώσουμε συγχαρητήρια στους Αρμένιους αδελφούς μας για την ιστορική δικαίωση που επέτυχαν. Ενάμισι εκατομμύριο Αρμένιοι βρήκαν το θάνατο απ’ τα χέρια μιας παραπαίουσας αυτοκρατορίας, που η μόνη κληρονομιά που άφησε σε αυτή τη Γη, είναι οι εθνοκαθάρσεις, ο σπόρος της διχόνοιας στα Βαλκάνια, ο κεφαλικός φόρος, το παιδομάζωμα και η κρατική διαφθορά. Οι Αρμένιοι, πολέμησαν και πολεμούν, με ότι μέσο έχουν και ακόμη και αν πέρασαν 106 χρόνια, Σοβιετική επικυριαρχία και 2 πολέμους στο Ναγκόρνο-Καραμπάχ, ηττημένοι ή νικητές, ακόμη παλεύουν για την εθνική τους δικαίωση και ολοκλήρωση.
Η Γενοκτονία των Αρμενίων, δεν είναι η πρώτη φορά που αναγνωρίζεται από τις Ηνωμένες Πολιτείες. Τον Μάιο του 1951, επι προεδρίας Χάρι Τρούμαν, εστάλη στο Διεθνές Δικαστήριο της Χάγης, έκθεση που χαρακτηρίζει τις “Τουρκικές σφαγές των Αρμενίων… ως ένα από τα χαρακτηριστικότερα παραδείγματα εγκλημάτων γενοκτονίας”. Να σημειωθεί εδώ, ότι μόλις το 1944 καθιερώθηκε ο όρος “Γενοκτονία”, προγενέστερα οι ΗΠΑ χρησιμοποιούσαν μία πιο λεπτομερή περιγραφή για το συγκεκριμένο γεγονός.
Στις 8 Απριλίου του 1975, η Βουλή των Αντιπροσώπων, κήρυξε την 24η Απριλίου, ως ημέρα μνήμης για όλα τα θύματα γενοκτονιών, ενώ κάνει και συγκεκριμένη αναφορά στην Αρμενική Γενοκτονία. Στις 12 Σεπτεμβρίου του 1984, η Βουλή των Αντιπροσώπων, επικαιροποιεί την ανωτέρω θέσπιση, ενώ στις 22 Απριλίου του 1984, ο πρόεδρος Ρόναλντ Ρέιγκαν, με την προκήρυξη 4838, παρομοιάζει την Αρμενική Γενοκτονία με το Ολοκαύτωμα. Παρά το γεγονός ότι τόσο ο πρόεδρος Τζορτζ Μπους ο νεότερος, όσο και ο πρόεδρος Μπαράκ Ομπάμα παρά τις πρότερες υποσχέσεις τους, αρνήθηκαν να αναγνωρίσουν επίσημα την Γενοκτονία των Αρμενίων, για να μην προκαλέσουν τριγμούς στην νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ. Την ίδια τακτική ακολούθησε και ο πρόεδρος Ντόναλντ Τραμπ, ενώ στις 29 Οκτωβρίου του 2019, το Κογκρέσο πέρασε με ευρεία πλειοψηφία την αναγνώριση, ενώ το ίδιο έκανε και η Γερουσία και μάλιστα ομόφωνα, στις 12 Δεκεμβρίου του ίδιου έτους, καθιστώντας την επίσημη πολιτική των ΗΠΑ.
Η ρηματική διακοίνωση από τον νυν πρόεδρο Μπάιντεν, έρχεται να προστεθεί σε μία σειρά γεγονότων, που συνδέονται άμεσα με την κλιμάκωση της Τουρκικής προκλητικότητας. Η αγορά των Ρωσικών πυραύλων S-400 από την Τουρκία, αποτέλεσαν κόκκινο πανί για την διακυβέρνηση Τραμπ, η οποία δεν επέτρεψε την συμμετοχή της Τουρκίας στο πρόγραμμα για την απόκτηση 100 μαχητικών F-35. Το “καρότο” στην συγκεκριμένη υπόθεση ήταν ότι η Τουρκία θα επανέρχοταν στο πρόγραμμα, εάν ακύρωνε την αγορά των S-400 από την Ρωσία, πράγμα που δεν συνέβη.
Ερχόμαστε στην εκλογή Μπάιντεν, την οποία ακολουθούν 92 μέρες μη επικοινωνίας μεταξύ του προέδρου Μπάιντεν και του Ρετζέπ Ταγίπ Ερντογάν, ενώ από τον περασμένο Ιούλιο, οι ΗΠΑ στήριζαν σε ρηματικό επίπεδο, τις ελληνικές θέσεις. Δεύτερο στην σειρά των γεγονότων έρχεται η διατύπωση των πάγιων ελληνικών θέσεων, δια στόματος Νίκου Δένδια ως απάντηση στις προκλητικές δηλώσεις το Τούρκου ομολόγου του. Στην συνέχεια ερχόμαστε στην αναγνώριση από τον Πρόεδρο Μπάιντεν, της Αρμενικής Γενοκτονίας και τέλος στην επίσημη απόσυρση της Τουρκίας από το πρόγραμμα για τα F-35.
Όλα τα προαναφερθέντα γεγονότα, δεν είναι παρά η σταδιακή αναβάθμιση της τιμωρητικής πολιτικής των ΗΠΑ έναντι της Άγκυρας, η οποία συνδυάζεται πάρα πολύ επιτυχημένα, με την πολιτική της απρόβλεπτης επιβράβευσης, η οποία είναι γνωστή ως καρότο και μαστίγιο. Σε επίπεδο ατομικής ψυχολογίας έχει αποδειχθεί ότι είναι άκρως επιτυχημένη, καθώς το συναισθηματικό κέντρο του εγκεφάλου εθίζεται στο συναίσθημα της ανταμοιβής, ακόμη και αν η ανταμοιβή είναι ελάχιστη και ως εκ τούτου αρχίζει να κυνηγά διαρκώς, την επανάληψη αυτού του συναισθήματος. Στην διεθνή πολιτική, τιμωρία και ανταμοιβή, δεν είναι παρά οι δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, δηλαδή το επισφράγισμα της αξιοπιστίας απειλής.
Στην συγκεκριμένη περίπτωση, οι ΗΠΑ είναι εκείνες οι οποίες πιέζονται να επαναριμουλκίσουν την Τουρκία στην Βορειοατλαντική Συμμαχία, τόσο διότι η γεωστρατηγική της θέση, της επιτρέπει δυνητικά να περιορίζει την Ρωσία, στον ήδη υπάρχοντα ζωτικό της χώρο, και ως εκ τούτου δεν της επιτρέπει να κατέβει νοτιότερα, όσο και λόγω του ενεργού της ρόλου στην Μέση Ανατολή που επιτρέπει στις ΗΠΑ να την χρησιμοποιούν ως αντιπρόσωπο στα συγκεκριμένα μέτωπα, ακόμη και ως προμετωπίδα μιας δυνητικής διαμάχης με την Κίνα, συν το γεγονός ότι και σαν αγορά είναι ένα μη αμελητέο μέγεθος. Η Τουρκία από την άλλη, είναι ένα αναθεωρητικό κράτος, που όπως περιγράφει με ακρίβεια το δόγμα του επιθετικού ρεαλισμού του John Mearsheimer, νιώθει ότι διαρκώς απειλείται από παντού, με αποτέλεσμα να εξωτερικεύει την διαρκή ανασφάλεια που αισθάνεται, επιδιδόμενη σε πολλαπλές ένοπλες συγκρούσεις, με σκοπό την επιβολή της πλήρους εφαρμογής της πολιτικής των “μηδενικών προβλημάτων” που διατύπωσε ο Νταβούτογλου, μέσω του δόγματος του στρατηγικού βάθους.
Η Τουρκία ωστόσο μέσω του Ρετζέπ Τ. Ερντογάν, έχει διατυπώσει τις βλέψεις της, να ανελιχθεί από περιφερειακή δύναμη σε υπερδύναμη και να αναβιώσει την Οθωμανική Αυτοκρατορία. Η μέχρις ώρα πορεία της, δείχνει ότι η εμβάθυνση των σχέσεών με την Ρωσία, έχει προχωρήσει σε τόσο μεγάλο βαθμό, που μία πιθανή στρατηγική αναδίπλωση έναντι αυτής, θα βλάψει ανεπανόρθωτα τόσο τις Ρωσοτουρκικές θέσεις, όσο και την ίδια την Τουρκία, την οποία η Ρωσία χρησιμοποιεί ως δούρειο ίππο για να διαρρήξει την νοτιοανατολική πτέρυγα του ΝΑΤΟ.
Η Ουκρανική κρίση, επαναφέρει στο προσκήνιο το εν λόγω δίλημμα για την Τουρκική εξωτερική πολιτική. Η Ρωσία έχει ξεκαθαρίσει ότι δεν θα διστάσει να απαντήσει σε τυχόν πρόκληση από το ΝΑΤΟ, ενώ οι ΗΠΑ ρίχνουν το βάρος στην Τουρκία, για την λήψη της απόφασης που θα καθορίσει τον ρόλο της, αναβαθμίζοντας τόσο σε ρητορικό, όσο και σε πρακτικό επίπεδο την έντονη δυσαρέσκεια που υπάρχει προς το πρόσωπο του Ρ. Τ. Ερντογάν. Το κλειδί εδώ είναι η απρόβλεπτη ανταμοιβή.
Το υπάρχον τεταμένο διεθνές περιβάλλον, κάθε άλλο παρά ευνοϊκό είναι για την Ελλάδα, η οποία επιλέγει την απραξία, όντας το “σιγουράκι” σε ένα πολυπολικό διαρκώς μεταβαλλόμενο διεθνές περιβάλλον. Αγκυροβολημένοι σε προβληματικές αναγνώσεις του διεθνούς δικαίου και συμμετέχοντας αυτοβούλως σε πάσης λογής διαλόγους και συνομιλίες, εντάσσουμε την εθνική μας ακεραιότητα και το εθνικό συμφέρον σε ένα παίγνιο μηδενικού αθροίσματος, στο οποίο χρησιμεύουμε ως περιστασιακό εξιλαστήριο θύμα, για τον εξευμενισμό της Τουρκικής ανυπακοής από τον θείο Σαμ. Σαν άλλος σώφρονας υιός, αναμένουμε καρτερικά την πατρική ανταμοιβή, παραβλέποντας το κόστος της στάσης μας αυτής, ενώ ο άσωτος υιός, ζητά ανταλλάγματα εις βάρος μας, την στιγμή που εμείς αυτοβούλως του σερβίρουμε το καλύτερο μοσχάρι μας προς βρώση.
Ας φροντίσουν σε Αθήνα και Λευκωσία, να μην γίνουμε λάφυρο, για τους γκρίζους λύκους, ούτε να καταστούμε χρήσιμοι ηλίθιοι στο ουκρανικό ζήτημα, με οποιοδήποτε τρόπο. Η αλήθεια είναι, ότι οι φρόνιμοι και οι υπάκουοι, θριαμβεύουν μόνο στα παραμύθια. Στην πραγματική ζωή, θριαμβεύουν οι ελεύθεροι και οι γενναίοι. Η Βορειοατλαντική Συμμαχία, ελάχιστα νοιάζεται αν η Κύπρος θα τουρκοποιηθεί ή εάν η Θράκη αποσχιστεί απ’ τον εθνικό κορμό, όσο κανείς από τους κρίκους της αλυσίδας δεν διαφεύγει της νατοϊκής ομπρέλας. Η Τουρκία αργά ή γρήγορα θα γυρίσει στο μαντρί, είτε με το καρότο, είτε με το μαστίγιο. Η Ελλάδα έχει να επιλέξει μεταξύ της αρτιμελούς της επιβίωσης ή της τύχης των Αρμενίων και των Ελλήνων της Μικράς Ασίας και του Πόντου.