Ήταν γύρω στο 2002 όταν έγινε γνωστό ότι ο Μελ Γκίμπσον βρίσκεται στην ξεχασμένη από την Ιστορία και το Χρόνο Ματέρα της Ιταλίας και σκηνοθετεί μια ταινία για τις τελευταίες 12 ώρες του Χριστού σε αυθεντικές διαλέκτους της εποχής -τα Αραμαϊκά και τα Λατινικά- και με φήμες για σκληρές σκηνές πάνω στον Σταύρο.
Ως μέγας θαυμαστής του Braveheart δεν μπορούσα να περιμένω για να βγει στις αίθουσες, καθώς ήμουν πεπεισμένος ότι Μελ θα έκανε άλλη μια ταινιάρα, κάτι που έγινε την Μεγάλη Παρασκευή του Καθολικού Πάσχα το 2004 και ήταν η ταινία της χρονιάς σπάζοντας τα ταμεία παγκοσμίως με 600.000.000 δολάρια, γινόμενη η πιο επικερδής ακατάλληλη για ανηλίκους ταινία της Ιστορίας και παρά τις διάφορες ενστάσεις και διαμαρτυρίες.
Είχε και την ευλογία του Βατικανού, ο ίδιος ο Πάπας Ιωάννης Παύλος ο Β΄ συγκλονίστηκε και ζήτησε να συναντήσει τον Jim Caviezel τον ηθοποιό που ενσάρκωσε τον Θεάνθρωπο και δήλωσε ότι η μουσική της ταινίας ήταν πλέον η αγαπημένη του κινηματογραφική μουσική. Η ταινία απολάμβανε και την σιωπηρή έγκριση και της Ορθόδοξης Εκκλησίας, που παρά τις εμφανείς καθολικές επιρροές του Γκίμπσον, ενέκρινε την ταινία διατηρώντας κάποιες επιφυλάξεις για την σκηνοθετική αδεία και τον κινηματογραφικό εντυπωσιασμό, που ίσως σκανδάλιζε κι ίσως απομάκρυνε από τις τελετές της Εκκλησίας το χριστεπώνυμο κοινό, όπως δήλωσε οντάς εμφανώς συγκλονισμένος ο μακαριστός Αρχιεπίσκοπος Χριστόδουλος βγαίνοντας από την πριβέ πρώτη προβολή της ταινίας, που οργάνωσε η εταιρεία διανομής για την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος που δεν ήθελε παρατράγουδα ανάλογα της ατυχούς ταινίας του Σκορσέζε ο ‘Τελευταίος Πειρασμός’(1988) που ωχριά κινηματογραφικά μπροστά στα Πάθη του Χριστού.
Η ιδέα μιας ταινίας για τα Πάθη του Χριστού τριγύριζε στο μυαλό του Γκίμπσον από την δεκαετία του ΄90 που μεσουρανούσε στο Hollywood και έπαιρνε 25 εκατομμύρια για κάθε ταινία και άρχιζε να ταλαιπωρείται από προσωπικούς δαίμονες, όπως ο αλκοολισμός, τάσεις αυτοκαταστροφής, εκρήξεις θύμου αλλά και από ολιγοπιστία και για αυτό ανέτρεξε στο Θείο Πάθος ώστε να παρηγορηθεί και να συνέλθει. Βέβαια καθοριστικό ρόλο ώστε να αποφασίσει να κάνει την ταινία έπαιξε και η παιδεία που πήρε από την οικογένεια του που ανήκει σε μια σέκτα ultra Καθολικών που μεταξύ άλλων απορρίπτει την Β’ Σύνοδο του Βατικανού και τις αποφάσεις της για απενοχοποίηση των Εβραίων για τις (όποιες) ευθύνες τους για την Θεία Σταύρωση και η ταινία είναι ένα τεράστιο μεσαίο δάκτυλο του Γκίμπσον στις αποφάσεις αυτές, αλλά και ένα τεράστιο κινηματογραφικό στοίχημα.
Ο Γκίμπσον σε 2 ώρες μας αποκαλύπτει όλο το νόημα και την αλήθεια του Χριστιανισμού, κάνοντας ένα αμάλγαμα των 4 Ευαγγελίων και της Ιεράς Παραδόσεως και παραδίδει έναν πολύ εσωτερικό δικό του διαλογισμό πάνω στα 4 Ευαγγέλια και στις παραδόσεις της Εκκλησίας και στις δίκες του πνευματικές διαδρομές κι οράματα για τα Θεία Πάθη. O Γκίμπσον εκμοντέρνισε με τόλμη το θρησκευτικό έπος και παρέδωσε ένα κινηματογραφικό θρίαμβο σε όλα τα επίπεδα πήγε το Σινεμά ένα βήμα παραπέρα (όπως συνηθίζει) ως μεγάλος auter ένας master κι ατρόμητος αριστοτέχνης του Σινεμά και συνέλαβε και σκηνοθέτησε μια ταινία που έκανε πάταγο όταν βγήκε και προκάλεσε πλήθος θετικών αλλά και αρνητικών αντιδράσεων και αναζωπύρωσε το ενδιαφέρον για το Λόγο του Χριστού που είναι κι αυτό που μετράει. Ο Μελ Γκίμπσον προσέφερε σπουδαιότερη αποστολική υπηρεσία από ότι οι σύγχρονοι ανάξιοι οικουμενιστές ρασοφόροι (Παπικής και Ορθόδοξης Εκκλησίας) που ασκούν περισσότερο αποστολή υπέρ του Εωσφόρου και της αντίθεης Ελίτ, παρά υπέρ του Χριστού. Τέτοιες ταινίες μας υπενθυμίζουν γιατί λέγεται ο Κινηματογράφος η 7η Τέχνη.
Η ταινία είναι ένας ακόμη προσωπικός σκηνοθετικός άθλος και θρίαμβος του Γκίμπσον μετά τον θρίαμβο του Braveheart, που μας μεταφέρει κανονικά στα χρόνια του Χριστού και σε αυτό συμβάλλει και η αναγεννησιακή τεχνική αρτιότητα της ταινίας και ενώ δεν είχε το φαραωνικό μέγεθος του Braveheart με τους χιλιάδες κομπάρσους και όλα τα άλογα και τις μάχες, ήταν εκπληκτικά πιο περίπλοκη ώστε να επιτύχει κινηματογραφικά, να είναι πιστή στις θεολογικές και ιστορικές λεπτομέρειες αλλά και να καταφέρει να βγει στις αίθουσες, καθώς μέχρι τελευταία στιγμή καμιά εταιρία δεν ήθελε να την διανείμει στην Β. Αμερική. Πρόκειται βασικά για μια art house ταινία ανεξάρτητου δημιουργού, χωρίς καμιά στουντιακή παρέμβαση και τροχοπέδη, καθώς ο ίδιος ο Γκίμπσον πλήρωσε 30.000.000 δολάρια από την τσέπη του, μια ταινία όμως με την ποιότητα και τεχνογνωσία του Hollywood και λιγάκι της Τσινετσιτά καθώς γυρίστηκε στην Ιταλία κι όχι τυχαία καθώς πολλές ιστορικές και θρησκευτικές ταινίες γυρίστηκαν εκεί όπως το εμβληματικό Ben Hur(1959). Ο Γκίμπσον είχε υπόψιν του όλα αυτά τα παλαιά θρησκευτικά έπη και δανείστηκε από αυτά αρκετά στοιχεία, φυσικά η μεγαλύτερη επιρροή δεν θα μπορούσε να μην είναι το έργο του Τζεφιρέλι, ο αριστουργηματικός Ιησούς από την Ναζαρέτ(1977) και με έναν Φράνκο Τζεφιρέλι με τον οποίο ο Γκίμπσον συνεργάστηκε στην υποτιμημένη του ερμηνεία ως Hamlet(1990), μετά από επιμονή του ίδιου του Τζεφιρέλι και έκανε εντατικά μαθήματα σκηνοθεσίας ειδικά στο πως να γυρίζεις και να δομείς με λιτό οικονομικό τρόπο αλλά και ταυτόχρονα μεγαλειώδη, σαιξπηρικά αλλά και ιστορικά-θρησκευτικά έπη.
Το κρισιμότερο για να επιτύχει η ταινία ήταν η επιλογή του ηθοποιού που θα έπαιζε τον Χριστό. Ο Γκίμπσον την δεκαετία ’90 ήθελε τον Daniel Day Lewis, που θα ήταν τέλειος λογικά, καθώς είχε όλα εκείνα χαρακτηριστικά που ήθελε ο Γκίμπσον (οντάς κι Εβραίος στην πραγματικότητα). Έτσι μετά από σκέψεις για διάφορους ηθοποιούς όπως ο Macaulay Kalkin (το παιδάκι από τα Μόνος στο Σπίτι) και για Adrien Brody του Πιανίστα, ο Γκίμπσον έτυχε κι είδε το Count Monte Cristo(2002) με έναν νεαρό κι ανερχόμενο ηθοποιό με τρομερή σκηνική παρουσία τον Jim Caviezel, που είχε ικανοποιητικά Μεσογειακά χαρακτηριστικά κι αμέσως ανέτρεξε στην έως τότε (μικρή) φιλμογραφία του και κυρίως στην Λεπτή Κόκκινη γραμμή του Τέρενς Μάλικ. Οι δυο ταινίες αυτές ήταν ασυνείδητα και καρμικά οι οντισιόν του για το ρόλο του Χριστού. Ο Caviezel ήταν η τέλεια επιλογή, πιστός χριστιανός, based συντηρητικός, alpha male κι έπαιξε γενναία και ευλαβικά ένα Χριστό μάγκα, έναν αντίστροφο Λεωνίδα, που δεν ασκεί βία ενεργητικά ως πολεμιστής, αλλά την υφίσταται εθελοντικά παίρνοντας πάνω του τις αμαρτίες και την βαρβαρότητα του προχριστιανικού Αρχαίου Κόσμου και αλλάζοντας το Κόσμο για πάντα.
Ο Caviezel πάει την μέθοδο σε αλλά επίπεδα και νιώθεις ότι αναβλύζει από Θεία Χάρη και είναι απλά συγκλονιστικός από τις πιο μυσταγωγικές και κατανυκτικές σκηνές, ως τις πιο σκληρές όταν τον κατακρεουργούν οι λεγεωνάριοι. Συνδυάζει την ευαισθησία και το σαιξπηρικό φορμουλαϊκό ύφος του Robert Powell, με μια πιο alpha male αύρα και δείχνει ότι ο Χριστός κατά την διάρκεια των Παθών του έδωσε μάχη κανονική, από την αγωνία στην Γεσθημανή, μέχρι και την Αποκαθήλωση από τον Σταυρό και δεν διέφερε σε τίποτα από άλλους πολεμιστές όπως ο William Wallace, ο Λεωνίδας, ο Παλαιολόγος κ. α. πού θυσιάστηκαν επίσης εθελοντικά σε μάχες, με την διάφορα ότι ο Χριστός -κατά Γκίμπσον- είναι ο υπέρτατος πολεμιστής, που έδωσε την υπέρτατη μάχη για την σωτηρία των ψυχών του Κόσμου και την ίδια την φυσιογνωμία του πολιτισμού μας και μας έβγαλε από την βαρβαρότητα κι απανθρωπιά της Αρχαίου Κόσμου.
Ο ρόλος του Χριστού κατέστρεψε την καριέρα του Caviezel , για να είμαστε πιο ακριβείς την κατέστρεψε το αντιχριστιανικό εκφυλισμένο Χόλυγουντ, που τον σνόμπαρε και στα Όσκαρ το 2005, όπως σνόμπαρε και την ταινία και κάθε θρησκευτική ταινία μετά το Ben Hur. Υπάρχει βέβαια και η κατάρα της τυποποίησης, που αντιμετώπισε κι ο Powell, ότι δεν μπορούσαν να τον δουν σκηνοθέτες και κοινό σε διαφορετικό ρόλο δηλαδή και ίσως σε έναν τολμηρό ρόλο. Ο ίδιος ο Caviezel δεν έκρυψε ότι αντέγραψε τον Μελ Γκίμπσον στην σκηνή της εκτέλεσης στο Braveheart, που είχε εμφανέστατα στοιχεία Σταύρωσης κι έχοντας δίπλα του τον ίδιο τον Μελ Γκίμπσον, έγινε “σφουγγάρι” απορροφώντας πλήρως τις οδηγίες του και ουσιαστικά βλέπουμε τον Μελ Γκίμπσον στο ρόλο του Χριστού (για μην πω σε όλους τους ρόλους) χωρίς να θέλω να μειώσω τον Caviezel. Ο Caviezel πέρασε πραγματική δοκιμασία, έπαθε υποθερμία κι εξάρθρωση ωμού μέχρι και κεραυνός έπεσε δίπλα του στις σκηνές της Σταύρωσης, ενώ έφαγε κανονικό μαστίγωμα, όταν έγινε μια αστοχία υλικού στην σκηνή της φραγγέλωσης και να μην αναφέρω καν τις 8 ώρες make up σχεδόν κάθε μέρα (με το οποίο κοιμόταν) ή για τα Αραμαϊκά που έπρεπε να μάθει. Πραγματικά ηράκλειος άθλος του Caviezel, ένας από τους δυσκολότερους ρόλους από οπού κι αν το δεις.
Ο Χριστός του Γκίμπσον υφίσταται τα μαρτύρια σαν απλός άνθρωπος και η μόνη στιγμή που χρησιμοποιεί θαυματουργική δύναμη είναι στη Γεσθημανή, όταν επαναφέρει το κομμένο αυτί του στρατιώτη του Σανχεντρίν ιερατείου, σε μια πολύ δυνατή σκηνή και φυσικά στο φινάλε με την (spoiler) Ανάσταση με την οποία με εντυπωσίασε ο Γκίμπσον με το θάρρος του να δείξει κάτι που δεν είχε αποτυπωθεί ξανά στο πανί. Ανυπομονώ τώρα για το πολυθρύλητο sequel, Τα Πάθη του Χρίστου 2: H Ανάσταση, αν και πιστεύω θα είναι η Αποκάλυψη, με σκηνές καθόδου του Χριστού στον Άδη με τον Γκίμπσον να ξεδίνει κινηματογραφικά, με φρικιαστικά σκηνικά με ευθείες αναφορές στην ηθική σήψη και τον αντιχριστιανισμό του σύγχρονου Κόσμου μας. Μακάρι να γίνει και να γίνει γρήγορα, θα είναι χριστιανική πυρηνική βόμβα στα θεμέλια της Woke σαπίλας,το αντίδοτο στον νεομαρξιστικό μεταμοντερνισμό και κορεκτίλα.
Η ταινία, παρά τον άκρατο ρεαλισμό της που είναι ισότιμος Ιταλικού Νεορεαλισμού, έχει και πολλά σουρεαλιστικά στοιχεία παραφυσικού παραψυχολογικού θρίλερ με την παρουσία του ανατριχιαστικού ανδρογύνου Σατανά που τον παίζει η ΛΟΑΤΚΙ Rosalinda Celentano, σε ένα ιδιοφυές casting από Γκίμπσον που περνάει πολλά υποσυνείδητα μηνύματα, καθώς δεν είναι ο τυπικός τερατώδης Σατανάς με κερατά κι ουρά, είναι όμως η ενσάρκωση της Απελπισίας και της Αμφιβολίας, ένας Σατανάς που κινεί παρασκηνιακά την φρίκη και την δυστυχία αυτού του κόσμου κι όσοι βρεθήκαμε κάποτε σε δυστυχείς στιγμές στη ζωή μας νιώσαμε αυτή ακριβώς αυτήν την όχι και τόσο φρικιαστική και τρομακτική, αλλά πιεστική και τραυματική δαιμονική ενέργεια δίπλα μας.
Γιατί αυτό είναι ο Σατανάς -κατ’ εμέ-, χειραγώγηση, συνομωσία, φθόνος, μίσος, απελπισία, πόνος, θάνατος. O Γκίμπσον δηλαδή μετέφερε στο πανί αλληγορικά τα συναισθήματα του πένθους της απελπισίας και της δυστυχίας με τον ανδρόγυνο Σατανά του, αλλά και τα παιδιά-δαίμονες, που είναι εφάμιλλα του Εξορκιστή, αλλά και τους λεγεωνάριους που με τα ξυρισμένα κεφάλια και χλωμά πρόσωπα είναι ουσιαστικά κι αυτοί όργανα του Σατανά, όπως είναι και το α λα Προφητεία 2 κοράκι στην σκηνή της Σταύρωσης.
Ο Γκίμπσον έχει μοναδικό ανεκμετάλλευτο ταλέντο στον τρόμο. Υπάρχουν σκηνικά που σε υποψιάζουν για την αδιόρατη παρουσία του Κακού, που είναι δίπλα σου ανά πάσα ώρα και στιγμή και σε παραμονεύει να σε πετύχει έκθετο, όπως κι ο Σατανάς της ταινίας, που στοχοποιεί τον Χριστό στις πιο αδύναμες στιγμές του. Πρώτα στην φοβερά ατμοσφαιρική εισαγωγική σκηνή στην Γεσθημανή και μετά στην έντονη σκηνή του μαστιγώματος με το φραγγέλιο, που του παρουσιάζεται ως δαιμονικό κακέκτυπο της Παναγιάς, με έναν δαιμονικό μωρό (που είναι ηλικιωμένος νάνος στην πραγματικότητα) και θέλει να πατήσει στον κάλο της μητρικής αγάπης, τον Χριστό και την Παναγιά, που είναι και οι μονοί στους οποίους παρουσιάζεται, όπως όταν χειραγωγεί την ίδια την Παναγιά, ως μάνα ώστε να πάει κοντά στο Χριστό και ουσιαστικά να τους βασανίσει και τον πιέσει να τα παρατήσει.
Η πηγή έμπνευσης όλων αυτών ήταν και οι περιγραφές μια στιγματικής μονάχης που έβλεπε οράματα από τα Πάθη του Χρίστου, κάτι που κάνει ακόμα πιο creepy τις σκηνές και είναι από τις κορυφαίες στιγμές της ταινίας, που την ξεχωρίζουν από άλλες και δείχνει την τρομερή κι αδιαπραγμάτευτη σκηνοθετική μαγκιά το Γκίμπσον, που δεν μάσησε ώστε να δημιουργήσει το δικό του όραμα και πιστεύω επηρεάστηκε και λίγο από Άρχοντα των Δακτυλιδιών που είχε βγει ίδιο διάστημα ως προς την παρουσίαση των δαιμονικών οντοτήτων και των πιο σουρεαλιστικών στοιχείων.
Highlight ολόκληρη η σκηνή της Σταύρωσης από την αρχή της οδού του Μαρτυρίου (της Via Crucis λατινιστί) με την ιδιοφυή μίξη στο μοντάζ της υποδοχής της Κυριακής των Βαΐων σε αντιπαραβολή με τον οργισμένο όχλο της Σταύρωσης, ως τις 4 στάσεις-πτώσεις που βλέπουμε στην ταινία και που είναι κυρίως καθολική παράδοση, ως την σκηνή με Αγία Βερονίκη όταν και αποτυπώθηκε θαυματουργικά τον πρόσωπο του Ιησού στο ιερό μανδήλιο (το ιερό Μανδήλιον του Άβγαρου στην Ορθόδοξη παράδοση).
Όλα αυτά είναι πρωτοφανείς αποτυπώσεις σε θρησκευτική ταινία που συνεπαίρνουν. Όλες οι φριχτές σκηνές του μαρτυρίου είναι είναι γυρισμένες από τον Γκίμπσον σαν σκηνές μάχης, για αυτό το γενικό κοινό που δεν ήταν συνηθισμένο στην τεχνοτροπία της ρεαλιστικής ωμής βίας του Braveheart σοκαρίστηκε κι ο Γκίμπσον δεν μας λυπάται καθόλου, όπως δεν λυπήθηκαν τον Χριστό οι βασανιστές και σε βάζει ταυτόχρονα στην θέση Του αλλά και στην θέση του βασανιστή σε άλλες στιγμές. Η σκηνή που ο βασανιστής τεστάρει το φραγγέλιο με τις αιχμηρές άκρες από μέταλλα και κόκκαλα ζώων στο τραπέζι πριν το στρέψει στο σώμα του Χριστού, φρικάρει απίστευτα, ενώ ήδη τον έχουν τσακίσει με ράβδους. Από αυτό το σημείο και μετά αλλάζει ολόκληρη η ταινία. Έως τότε βλέπαμε απλά μια ταινία. Μετά από αυτή την σκηνή ξεκινά το βίωμα, ξεκινά μια ρυθμική κινηματογραφική Θεία Λειτουργία και δομικά και συναισθηματικά. Ο Γκίμπσον με το αστείρευτο ταλέντο του καταφέρνει να σε κάνει να νιώσεις ότι βλέπεις σε ζωντανή μετάδοση τα θεία Πάθη, σαν να τηλεμεταφέρθηκες εκεί πριν 2000 χρόνια.
Η ταινία καταφέρνει και κάτι πολύ σπουδαιότερο. Να βιώσεις την αληθινή σημασία των Παθών και του ίδιου Χριστιανισμού, όπως όταν ο Χριστός έρπει με την θέληση του πάνω στον Σταύρο για να σταυρωθεί στην συγκλονιστικότερη -κατ’ εμέ- σκηνή της ταινίας. Συγκλονιστική κι η σκηνή Ύψωσης του Σταύρου με το ταυτόχρονο flashback του Μυστικού Δείπνου με πρώτη Θεία κοινωνία της Ιστορίας, που είναι ουσιαστικά η πράξη γέννησης της Εκκλησίας του Χριστού, αλλά και του Σύγχρονου Δυτικού Πολιτισμού και φυσικά του Νέου Ελληνισμού, ο οποίος χτίστηκε με άπειρες θυσίες σε πολέμους στο όνομα Του από τον Μέγα Κωνσταντίνο ως το 1922.
Είναι η σωτηριολογική αποκάλυψη και ουσία της ταινίας και αποκάλυψη της ίδιας της χριστιανικής θρησκείας η σκηνή και δείχνει τι συμβολίζει το μυστήριο της Θείας Κοινωνίας. Ότι δηλαδή πρόκειται για το πληγωμένο σώμα και το αίμα της εθελοντικής θυσίας του Ιησού για την σωτηρία του Κόσμου. Ο Γκίμπσον κάνει εδώ μια κινηματογραφική Ομολογία, ένα πνευματικό tour de force, που πιάνει ακόμα και αλλόθρησκους ακόμα κι άθεους, το ότι δηλαδή κάποιος είπε πριν 2000 χρόνια ΑΓΑΠΑΤΕ ΑΛΛΗΛΟΥΣ κι ο κόσμος τον σταύρωσε κι όμως αυτός τους συγχώρεσε πάνω στον Σταύρο κι άλλαξε τα πάντα. Aυτα τα πανανθρώπινα μηνύματα και έννοιες της Αγάπης της Συγχώρεσης αλλά και του πόνου, μαρτυρίου, του μίσους και των των διωγμών, μιλάνε στο ασυνείδητο και ξεπερνούν τις θρησκείες και τα δόγματα, όπως μιλάει κι η Ανάσταση εκ νεκρών η συμβολική νίκη της Ζωής επί του Θανάτου και βασικά της φοβίας του θανάτου, της νίκης της αιώνιας Αγάπης έναντι του Μίσους, την ίδια την νίκη Θεού και εκεί ο Γκιμπσον το πάει το τελείως σκληροπυρηνικά κι απελευθερώνει τον Λόγο του Θεού ως λέοντα, καθώς η πίστη στον ανεστημένο Χριστό είναι η πεμπτουσία του Χριστιανισμού.
Σοκαρίστηκα με την Σκηνή της Ανάστασης δεν το περίμενα το θεωρούσα ταμπού για το Σινεμά, ήδη με την σκηνή της Αποκαθήλωσης που είναι αναπαράσταση της Pieta, νόμισα έληξε και έχοντας δει από κοντά το αριστούργημα του Μιχαήλ Άγγελου, έχω να πω ότι ο Γκίμπσον καταφέρνει κινηματογραφικά να έχει τον ίδιο μαγνητισμό κατάνυξη και δέος με την Pieta. Το απόκοσμο και σουρεαλιστικής μαστοριάς Δάκρυ του Θεού, όταν παραδίδει το πνεύμα του ο Χριστός είναι ένα δείγμα της ανεπανάληπτης σκηνοθετικής μαεστρίας κι οράματος του Γκίμπσον… το Σινεμά στα καλύτερα του.
Ελπίζω στο sequel να κάνει και την κινηματογραφική του Κάπελα Σιστίνα. Ο Γκίμπσον δεν μάσησε όπως άλλοι -για παράδειγμα ο Τζεφιρέλι- και δείχνει την Ανάσταση, μέχρι και τον ίδιο τον Σατανά στην Κόλαση. Δείχνει…τα πάντα όλα και προσθέτει στον συνοπτικό χαρακτήρα των Ευαγγελίων. Εκεί πάτησε κι έκανε την σκηνή της φραγγέλωσης καθώς στα Ευαγγέλια λέει απλά ότι τον φραγγέλωσαν και δεν δίνει λεπτομέρειες. Όλος ο πυρήνας της ταινίας είναι ο πόνος των μαρτυρίων, έτσι ξεκινά κιόλας η ταινία· με την προφητεία του προφήτη Ησαΐα… “δια των πληγών αυτού ημείς ιάθημεν” όσο κι αν προκαλεί αποστροφή στους snowflakes, ο Γκίμπσον πάντα σκηνοθετεί με alpha male τρόπο κι είναι ακατάλληλο το Σινεμά του για πολιτικά ορθές Αννούλες και Αγγελικούλες και normies αναίσθητους πωρωμένους υλιστές και μεταμοντερνιστές.
Δεν βρίσκω ιδιαίτερα ιστορικά και θεολογικά λάθη, μόνο στην επιγραφή πάνω στο Σταύρο παραλείπουν την ελληνική μετάφραση το ΙΗΣΟΥΣ ΝΑΖΩΡΑΙΟΣ ΒΑΣΙΛΕΥΣ ΙΟΥΔΑΊΩΝ. Ο Γκίμπσον δεν ήθελε καθόλου ελληνικά στην ταινία καθώς για κάποιον λόγο, λέει ότι ήταν θέμα ακούσματος. Προσωπικά θεωρώ ότι δεν γούσταρε Ορθόδοξα στοιχεία στην ταινία αν και δεν τα αποφεύγει κι η ταινία μιλά σε όλα τα χριστιανικά δόγματα.
Στο καστ δεν συμμετείχε ούτε ένας Εβραίος πλην της Μάγια Μόργκενστεν (που είναι Εβραία της Ρουμανίας) και έπαιξε παλιότερα και σε ταινία του Αγγελόπουλου. Παίζει πολύ καλά την Παναγία, που ουσιαστικά περνά το ίδιο μαρτύριο με τον Χριστό, που όπως και να το κάνουμε ήταν παιδί της κι έχουν μια θεία ψυχική σύνδεση και η Μόργκενστεν βγάζει το σπαραγμό της Θεοτόκου τέλεια. Σε πείθει χωρίς να γίνεται υπερβολική και μελό σε μια πολύ εσωτερική ερμηνεία. Να σημειωθεί πως ήταν και έγκυος στα γυρίσματα παρά τα χρονάκια της κάτι που ο πολύτεκνος Γκίμπσον το θεώρησε ευλογιά για τον ρόλο και το παίξιμο της.
Το καστ είναι κατά 80% Ιταλοί λόγω και του τόπου των γυρισμάτων και περάσαν από κόσκινο ώστε να δουν αν μπορούν να εκφέρουν σωστά τα αραμαϊκά και τα λατινικά, αλλά κι αν είναι πειστικοί οπτικά. Θεωρώ το καστ πολύ επιτυχημένο εκτός από ελάχιστες παρασπονδίες. Τα δίνουν όλα. Από τους σατανικούς αρχιερείς που είναι για ξύλο και στα όρια της καρικατούρας, ως τον εκφυλισμένο θηλυπρεπή Ηρώδη Αντύπα. Φυσικά ξεχωρίζει κι η Monica Bellucci (η superstar της ταινίας και προσωπική επιλογή του Γκίμπσον) και παρότι sex symbol, ο Γκίμπσον καταφέρνει να της το αποβάλλει και να την παρουσιάσει ως την “εν πολλαίς αμαρτίαις περιπεσούσα γυνή” που μετανοεί και ακολουθεί τον Χριστό και παρά τις προσπάθειες του επιτελείου των υποψηφίων για Όσκαρ make up artists να την ασχημύνουν, φαίνεται και πάλι γυναικάρα και πανέμορφη.
Η σκηνή του “ο αναμάρτητος πρώτος τον λίθο βαλλέτω” είναι ένα μίνι αριστούργημα από την μουσική ως την αργή κίνηση, ως τις ερμηνείες, και μάλιστα παίζει και το χέρι του Γκίμπσον στην σκηνή και που θυμίζει και την περίφημη σκηνή στο Μπεν Χουρ που βασίστηκε στην Δημιουργία του Αδάμ του Μιχαήλ Άγγελου, όταν ξεδιψά ο ίδιος Χριστός τον αφυδατωμένο κατάδικο Ιούδα Μπεν Χουρ και παρά τις εντολές του Ρωμαίου εκατόνταρχου και ο Χριστός του κάνει ένα α λα Star Wars θείο κόλπο, κάνοντας τον να ντραπεί αντικρίζοντας Τον και να υποχωρήσει σε μια φοβερή σκηνή. Ο Caviezel μιμείται την κινησιολογία του ηθοποιού στο Μπεν Χουρ, ειδικά όπως σηκώνεται και όποτε βλέπω το Μπεν Χουρ φαντάζομαι τον Caviezel, καθώς στο Μπεν Χουρ ουδέποτε δείχνουν το πρόσωπο του Χριστού από σεβασμό αλλά και για δραματουργικό εφέ αν και πιστεύω δεν ήθελαν να ρισκάρουν δείχνοντας Τον, αν η μορφή είναι ανακριβής, απογοητευτική ίσως και άσχημη ,όπως είναι στο 80% των ταινιών και σειρών ή και διάφορων αντιχριστιανικών δήθεν επιστημονικών μελετών για τον Χριστό ,τότε καταρρέουν όλα, για αυτό τα Πάθη του Χριστού είναι απίστευτα γενναία ταινία, διότι όχι μόνο δείχνει την μορφή του Χριστού, αλλά ενδοσκοπεί κι έχει και τα κότσια να δείξει λεπτομερώς τα μαρτύρια Του που αναφέρονται συνοπτικά στα Ευαγγελία και με στυγνό ρεαλισμό στο στυλ του Γκίμπσον όσο κι αν ενοχλεί ευαίσθητα στομάχια των snowflakes.
Ο Πιλάτος στην ταινία κάνει το άπαν σύμπαν για να σώσει τον Χριστό από τον όχλο, επηρεασμένος από την σύζυγο του αλλά και τον ίδιο τον λατινόφωνο Χριστό, όταν συνομιλούν στις ελάχιστες σκηνές που μιλά λατινικά ο Χριστός, αλλά πιο πολύ κάνει το άπαν σύμπαν να σωθεί ο ίδιος, όπως όταν τον διατάζει να τον μαστιγώσουν σκληρά (μήπως και ικανοποιηθεί ο όχλος) ή όπως όταν φέρνει τον Βαραββά, που είναι σαν αριστερός αναρχοάπλυτος του ΣΥΡΙΖΑ και ΑΝΤΑΡΣΥΑ σαν μίξη Πολάκη-Κραουνάκη , για να διαλέξουν ποιος πάρει χάρη, καθώς δεν θέλει μια ακόμη εξέγερση και συναινεί τελικά στην Σταύρωση, μόνο όταν ο ίδιος ο Χρίστος του δίνει το ΟΚ.
Όλη η συζήτηση περί αντισημιτισμού βρίσκεται ακριβώς εδώ. οι Εβραίοι λένε ότι οι Ρωμαίοι ευθύνονται αποκλειστικά, ο Γκίμπσον και οι πιο πολλοί Χριστιανοί λένε ότι ευθύνονται οι Εβραίοι, εγώ λέω ότι ιστορικά ευθύνονται και οι δυο και τελειώνει το θέμα. Συνολικά η Ανθρωπότητα σταύρωσε τον Χριστό. Άλλωστε ακόμα και σήμερα Τον σταυρώνουμε. Οι περισσότεροι Ρωμαίοι της ταινίας πλην Πιλάτου και της συζύγου του, φαίνονται εξίσου μοχθηροί και είναι πιο σαδιστές από τους Εβραίους.
Η ταινία δεν γενικεύει. Υπάρχουν καλοί Εβραίοι και κακοί Εβραίοι, καλοί Ρωμαίοι και κακοί Ρωμαίοι. Δεν είναι σαν το Braveheart που δεν υπάρχει ούτε ένας κάλος Άγγλος, αλλά αντιλαμβάνομαι τις ενστάσεις των Εβραίων, καθότι αιώνες αντισημιτισμού -κι ίσως και το Ολοκαύτωμα- βασίστηκαν στη κατηγορία της Χριστοκτονίας που βάρυνε το λαό τους κι έπρεπε να φτάσουμε στο 1965 και στην Β’ Σύνοδο του Βατικανού για να αμβλύνει κάπως τα αντισημιτικά αισθήματα των Καθολικών.
Στην Ορθοδοξία αν και υπάρχουν φιλελεύθερες οπτικές πλέον, η πλειοψηφία των Ορθόδοξων είναι team Gibson στο θέμα, και ειδικά όταν ακούμε δηλώσεις του τύπου “καλά έκαναν οι Εβραίοι στον Κοσμά τον Αιτωλό” ή τον Διονύσιο Τρίκκης και πολλούς άλλους που δείχνουν ότι το πνεύμα της Χριστοκτονίας ζει. Πάντως η ευαγγελική φράση «το αίμα αυτού εφ’ ημάς και επί τα τέκνα ημών» κόπηκε στο μοντάζ καθώς θα ήταν overkill είναι η αλήθεια κι εντελώς αχρείαστη αναζωπύρωση αντισημιτικών παθών.
Μεγάλο ατού της ταινίας η τεχνική αρτιότητα σε όλα τα επίπεδα. Η φωτογραφία είναι αναγεννησιακή, ένα πραγματικό κομψοτέχνημα, vintage αλλά και μοντέρνα, που εντείνει την μυστηριακή ατμόσφαιρα και σε μεταφέρει στον αρχαίο κόσμο της Ιουδαίας και βασίστηκε στην τεχνοτροπία φωτισμού και δυναμική κίνηση των πινάκων του Caravaggio αλλά και άλλων πολλών ζωγραφικών πινάκων και έργων τέχνης του Δυτικού Πολιτισμού όπως η Pieta ή του περίφημου ‘Ιδε ο Άνθρωπος του Αντόνιο Τσιζέρι, όπως ζήτησε ο Γκίμπσον από τον κινηματογραφιστή της ταινίας Caleb Dechanel. Από την πρώτη σκηνή της Γεσθημανής ως την Ανάσταση, ήταν τόσο αριστοτεχνική που η αντιχριστιανική Ακαδημία αναγκάστηκε να την έχει υποψήφια για Όσκαρ, παρά το ban που έφαγε συνολικά η ταινία, αν και τις υποψηφιότητες για τα τεχνικά Όσκαρ τις βγάζουν οι ίδιοι οι τεχνικοί κι όχι το σύνολο των μελών.
Υποψήφια ήταν επίσης και η συγκλονιστική μουσική της ταινίας που επίσης ξεχώρισε και ξεπέρασε τις ενστάσεις για την ταινία, πρόκειται για ένα μουσικό αριστούργημα αντάξιο της θεματικής της ταινίας. Ο σύνθετης John Debney ήταν μεγάλη αποκάλυψη και επιλογή του ίδιου του Γκίμπσον, που παρέβλεψε τον συνήθη συνεργάτη του τον αείμνηστο James Horner (ή μπορεί να παρέβλεψε ο Horner την ταινία) για να επιλέξει το soundtrack του Debney. Πρόκειται για έναν μη πρωτοκλασάτο συνθέτη που όμως έδωσε τα διαπιστευτήρια του στο End of Days με τον Schwarzenegger, οπού έγραψε ένα υπέροχα ανατριχιαστικό soundtrack και αυτή η προϋπηρεσία ήταν κι ο λόγος που τον επέλεξε τελικά κι ο Γκιμπσον, πέραν του ότι ήταν πιστός Καθολικός κι έδωσε ολόκληρο το είναι του. Μάλιστα όταν τελείωσε, δήλωσε σε ένα ομολογιακό ξέσπασμα, ότι ‘δαιμονικές δυνάμεις του έθεταν διαρκώς εμπόδια’.
Η μουσική είναι ταυτόχρονα τυπική αλλά και καινοτόμα, άλλοτε μυστηριακή άλλοτε εκρηκτική, άλλοτε τρομακτική κι άλλοτε ρομαντική και λυρική. Ο Debney δημιουργεί ένα μεγαλειώδες πολυσχιδές μουσικό σύμπαν μυσταγωγίας και κυριολεκτικής ευλογίας από τα Ουράνια ως τις εσχατιές της Κόλασης, με ethnic μελωδίες κι όργανα και δεν συνέθεσε ένα τυπικό soundtrack παλαιού Hollywood σε μοτίβο Ben Hur και Βασιλέα των Βασιλέων, αλλά συνδυάζει άπειρα στοιχειά κλασικών και σύγχρονων θεμάτων,, όπως ethnic στοιχεία και δανείζεται κάποια στοιχεία από μουσική Τελευταίου πειρασμού του Peter Gabriel αλλά και από Μονομάχο του Hans Zimmer. Λατρεύω τις πολλές Ορθόδοξες πινελιές του soundtrack, ειδικά τα κομμάτια του εισαγωγικού Olive Garden ,του Jesus Arrested στην Γεσθημανή, του Peaceful but Primitive στην οδό του Μαρτυρίου , το Raising the Cross όταν σηκώνεται ο Σταυρός με τον Εσταυρωμένο αλλά και το φινάλε του Resurrection είναι Βυζαντινές ψαλμωδίες κανονικά.
Η ηχοληψία της ταινίας είναι επίσης καταπληκτική και πολυδιάστατη. Προτείνω να την δείτε και να την ακούσετε σε σύγχρονο οπτικοακουστικό Home Cinema. Αυτός ο ήχος του συρόμενου Σταύρου στοιχειώνει, όπως και το επαγγελματικό -μαθηματικής ακρίβειας- μοντάζ που σε κάνει να μην καταλάβεις ποτέ περάσαν οι σχεδόν 2 ώρες της διάρκειας, τρομερά οικονομικό, master class.
Σπουδαία δουλειά έκαναν και οι make up artists που είχαν πολύ δύσκολη και κρίσιμη αποστολή. Τα τραύματα του Ιησού είναι τρομακτικά κι αληθοφανή κι όχι CGI (πλην κάποιων ρανίδων αίματος και κάποιων στιγμών της φραγγέλωσης), οι περούκες και οι γενειάδες αψεγάδιαστες άξιζαν την υποψηφιότητα για Oscar (που ήταν βασικά σαν νίκη), όπως κι ολόκληρος ο σχεδιασμός της παράγωγης είναι άρτιος κι οπερατικός, από τα ρεαλιστικά κουστουμιά εποχής, ως τα σκηνικά και το casting που δείχνουν πιο ακριβά από ότι ήταν στην πραγματικότητα.
Μεγάλη υπόθεση πάντως η Mουσική σε τέτοιου είδους ταινίες. Κουβαλά πραγματικά την ψυχή της ταινίας. Αξίζει να αναφερθεί πως αρχικά ο Μελ Γκίμπσον δεν ήθελε να έχει καθόλου μουσική η ταινία, ούτε καν υπότιτλους (ήθελε να είναι τελείως hardcore), αλλά ευτυχώς τον έπεισαν οι συνεργάτες του να αλλάξει γνώμη. Δεν τον έπεισαν βεβαία να κάνει την ταινία στα Ελληνικά στην Ελληνιστική κοινή, όπως πρότεινε ο φιλόλογος -γλωσσολόγος σύμβουλος της ταινίας- καθότι ήταν η lingua franca της εποχής (σαν τα Αγγλικά σήμερα). Αλλά ο Γκίμπσον ήταν κάθετος ήθελε Αραμαϊκά, γιατί ήταν η λαϊκήη ντοπιολαλιά της εποχής και γιατί νομίζω δεν ήθελε να φανεί η ταινία Ορθόδοξη, καθώς τα ελληνικά παραπέμπουν σε ΕλληνοΟρθοδοξία. Πάντως ευτυχώς που δεν έγινε στα Ελληνικά, γιατί θα ακουγόταν άθλια, κάτι που έλαβε υπόψιν ο Γκίμπσον και προτίμησε μια νεκρή γλώσσα. Όσο καλά κι αν πρόφεραν τα ελληνικά οι ηθοποιοί θα ακουγόταν περίεργα στους σημερινούς Ελληνόφωνους.
Και ευτυχώς που η ταινία έγινε όσο πιο mainstream και κλασική γινόταν, γιατί αν κρίνω από τις αντιδράσεις ψευτοκριτικών της εποχής, όπως ο Κουτσογιαννόπουλος που βγήκε την μέρα της πρεμιέρας στην Ελλάδα κι είπε με στόμφο “Λουτρό αίματος”… Βεβαία άλλαξε τροπάριο σε άρθρα του αργότερα, αποκαλώντας την “την απολυτή ταινία για Πάσχα”, κι ισχύει αυτό. Η ταινία όσο καταλάγιαζε το πρώτο σοκ και βγήκαν και νέες πιο light εκδοχές όπως το recut το 2005, άρχισε να κερδίζει σε δημοφιλία ακόμα κι ανάμεσα σε κριτικούς, που αρχικά την είπαν πρωτοφανές σαδομαζοχιστικό θρησκόληπτο snuff πόρνο του Γκίμπσον και της επιτέθηκαν με σφοδρότητα πριν καν καλά καλά βγει, αν κι ο πατριάρχης της κριτικής Roger Ebert την αποθέωσε. Όλοι αυτοί οι ψευτοκριτικοί μάλλον ξεχάσαν την βία σε ταινίες Σκορσέζε και Ταραντίνο κ. α.
Δεν είναι τυχαίο ότι ο Γκίμπσον κατάφερε με πολύ κόπο να επανέλθει το 2016 με το Hacksaw Ridge που είχε επίσης χριστιανικά μηνύματα κι είναι άλλη μια χριστιανική παραβολή της δύναμης του Χριστιανισμού μέσα στην κόλαση του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου και έφτασε να είναι υποψήφιος για Όσκαρ Σκηνοθεσίας. Βέβαια μεταξύ 2004 και 2016 ο Γκίμπσον μπήκε στην μαύρη λίστα και έφαγε τρελό cancel από το χολιγουντιανό Σύστημα, σε σημεία που το 2006 στοχοποιήθηκε από την αστυνομία και έγινε η διαβόητη σύλληψη του για οδήγηση υπό την επήρεια αλκοόλ και έπεσαν επάνω του όλα τα fake news media για ξεκαθάρισμα λογαριασμών, βασικά για να τον τιμωρήσουν για τα Πάθη του Χριστού. Το κατάλαβε κι ο ίδιος μέσα στην μέθη του κι άρχισε πάνω στα νευρά του (α λα Καζαντζίδη) να λέει ότι οι Εβραίοι ξεκίνησαν όλους τους πολέμους κι αλλά απίθανα.
Στα Πάθη του Χριστού παρουσίασε απλά και χωρίς φίλτρα πολιτικής ορθότητας αυτά που περιγράφουν τα Ευαγγέλια τίποτα περισσότερο τίποτα λιγότερο, χωρίς πολλές χολιγουντιανές σάλτσες και ταμπού. Πραγματικά ατρόμητος κι αδιαπραγμάτευτος, όπως πρέπει να είναι και κάθε καλλιτέχνης και ο Γκίμπσον είναι καλλιτέχνης, ένας Αναγεννησιακός καλλιτέχνης, που εμπνεύστηκε από τα Θεία Πάθη και μας έκανε να τα βιώσουμε όπως ποτέ άλλοτε και επηρέασε την μαζική κουλτούρα.
Τα Πάθη του Χριστού είναι ταινία βίωμα που μιλά στην ψυχή κάθε πιστού Χριστιανού αλλά και μη χριστιανού, ακόμα και μουσουλμάνου. Μάλιστα ήταν η τελευταία ταινία που ζήτησε να δει ο Saddam Hussein, πριν τον εκτελέσουν το 2006 και δήλωσε ότι είναι πολύ δυνατή ταινία, η καλύτερη που είχε δει ποτέ και ότι τσαντίστηκε με τους Εβραίους αρχιερείς και τους λεγεωνάριους κι είπε ότι αν ήταν ο ίδιος εκτελεστής δεν θα βασάνιζε έτσι τον Χριστό, (σκέψου να έχεις δολοφονήσει με χημικά μωρά παιδιά Κούρδων και να σε σοκάρουν τα Πάθη του Χριστού). Αλλά κι ο Καντάφι όταν είδε την ταινία το 2004 δεν φανταζόταν ότι θα κατέληγε σε παρόμοια κατάσταση το 2011.
Δεν έπιασε μόνο αλλόθρησκους στυγνούς δικτάτορες η ταινία, άπειρες αναφορές για μετανοημένους εγκληματίες που ομολόγησαν και παραδοθήκαν υπήρξαν, καθώς και καρδιακές προσβολές στις αίθουσες από την συγκίνηση και το σοκ, όπως συνέβη και με Εξορκιστή, καθώς οι δυο ταινίες μοιράζονται κοινά στοιχειά και καταστάσεις. Τα γυρίσματα είχαν περίεργα παραφυσικά φαινόμενα και δυσκολίες, η καριέρα των πρωταγωνιστών καταστράφηκε, θάνατοι κι υστερίες στις αίθουσες προβολής, αντιδράσεις φανατικών και μποϋκοτάζ μέχρι και απαγόρευση σε κάποιες χώρες και αλλά πολλά, μάλλον γιατί είναι οι όψεις του ίδιου νομίσματος. Ο Εξορκιστής παρουσιάζει την δύναμη του Κακού και τα Πάθη του Χριστού την δύναμη του Κάλου, την νίκη της Ζωής επί του Θανάτου που είναι και το νόημα της Αναστάσεως και του ίδιου του Χριστιανισμού.
Πολλοί καλοζωισμένοι snowflakes σπάζονται από την ταινία, παραβλέποντας την εμφανή κινηματογραφική άξια της καθώς τους χάλα την ζαχαρένια (comfort zone) και έχουν αλλεργία στον Χριστιανισμό, ίσως φοβούνται μήπως και επηρεάσει την αθεΐα και υλισμό τους. Δυστυχώς αυτός ο μηδενιστικός αμοραλισμός θριαμβεύει στις μέρες μας. Διαφωνώ με την ψυχρή λογική και τον μηδενισμό αυτό, που είναι απότοκος του υλισμού, του ωφελιμισμού και της καταναλωτικής κοινωνίας η ταινία σε πιάνει ακόμα κι αν είσαι απλά πολιτισμικά Χριστιανός κι όχι πιστός και αν δεν σε πιάνει σημαίνει ότι δεν ταλαιπωρήθηκες και δεν πόνεσες στην ζωούλα σου, γιατί τα Θεία Πάθη είναι αυτό ακριβώς: Μια αλληγορία του Σταύρου που κουβαλάμε ή θα κουβαλήσουμε κάποτε όλοι μας αλλά και μια αλληγορία για τους Σταυρούς που φορτώνουμε σε άλλους.