Η τυραννία της «έγκυρης» άποψης – Brendan O’Neill

Πώς η δικαιωματίστικη αριστερά συνέταξε το αφήγημα για την τυραννική επέμβαση του καναδικού κράτους απέναντι στους διαμαρτυρόμενους φορτηγατζήδες

Με μία πρώτη ματιά, έμοιαζε μία από τις πιο περίεργες, τις πιο αντιφατικές στιγμές της μεγάλης εξέγερσης του 2022 από τους φορτηγατζήδες. Οι οδηγοί των φορτηγών και οι σύμμαχοί τους από την εργατική τάξη διαμαρτύρονταν δυναμικά στην Οτάβα εναντίον του υποχρεωτικού εμβολιασμού όπως επιβλήθηκε από τον πρόεδρο Τριντό, όταν μία ομάδα υπέρ το δέον δικαιωματιστών, σίγουρα μη ανηκόντων στην εργατική τάξη αντιδιαδηλωτών συσπειρώθηκε για να κινηθεί εναντίον αυτού του πλήθους ανθρώπων που χτυπούσαν επίμονα τις κόρνες των αυτοκινήτων τους.

Και τι έλεγαν εν χορώ αυτοί οι αιματηροί αντιδιαδηλωτές του πληκτρολογίου; «Τα δικαιώματα των τρανς είναι ανθρώπινα δικαιώματα», αυτό επαναλάμβαναν. Όσο πιο ξεκάθαρα γίνεται, αυτοί οι υποτιθέμενοι αριστεροί, εμφανώς θορυβημένοι από τη θέα των ανδρών και των γυναικών της εργατικής τάξης οι οποίοι μάχονταν για τα δικαιώματά τους, πραγματοποίησαν την ομολογουμένως πιο εντυπωσιακά ανακόλουθη κίνηση η οποία έχει γίνει σε όλη τη δεκαετία του 2020 μέχρι στιγμής· έφεραν τη διεμφυλικότητα σε ένα θέμα το οποίο δεν έχει να κάνει σε τίποτα με αυτήν.

Οι φορτηγατζήδες δεν είπαν τίποτα για τους διεμφυλικούς. Δεν έχουμε καμία ιδέα τι πιστεύουν αυτοί οι δυσαρεστήμενοι οδηγοί της εργατικής τάξης για τη θεωρία των φύλων και τα συμπαρομαρτούντα αυτής. Η διαίσθησή μου είναι ότι όλα αυτά τα θεωρούν ανοησίες. Όμως δεν γνωρίζουμε. Αυτή η τεράστια συγκέντρωση φορτηγατζήδων και των υποστηρικτών τους, η οποία τάραξε τη διακυβέρνηση του Τριντό και ενέπνευσε αντίστοιχες εξεγέρσεις σε όλον τον κόσμο, είναι παντελώς άσχετη με την αλλαγή φύλου και τις αντωνυμίες και το δικαίωμα όσων γεννήθηκαν άνδρες να επικρατούν των γυναικών στον αθλητισμό και όλα όσα μπαίνουν κάτω από τη σημαία των «δικαιωμάτων των διεμφυλικών» αυτήν την εποχή. Έτσι, λογικά, πολλοί άνθρωποι ένιωσαν μία σύγχυση από τα συνθήματα των αντιδιαδηλωτών. «Δεν νομίζω ότι βρίσκονται σε σωστή συγκέντρωση διαμαρτυρίας», δήλωσε ένας παρατηρητής. Προέκυψαν μιμίδια τα οποία έλεγαν περίπου τα εξής: «Φορτηγατζήδες: Ελευθερία για όλους! Αντιδιαδηλωτές: Τα δικαιώματα των τρανς είναι ανθρώπινα δικαιώματα. Φορτηγατζήδες: Ορίστε;;;» Πράγματι, η απορία τους φαντάζει εύλογη.

Οι δικαιωματιστές δεν είναι απλώς περαστικοί, ούτε απλώς αυτοί οι οποίοι σηκώνουν αδιάφορα τους ώμους ή αποδέχονται παθητικά αυτήν την εξέγερση της εργατικής τάξης. Αντιθέτως, υπήρξαν οι ηθικοί νομιμοποιητές της ταξικής βίας του κράτους απέναντι στους φορτηγατζήδες και τους συμμάχους τους.

Επιπλέον, σε ένα άλλο επίπεδο, με μία βαθύτερη ανάλυση, αυτή η περίεργη και ασύνδετη αντιδιαδήλωση εναντίον των «εξεγερμένων» φορτηγατζήδων εντέλει αποκτά νόημα. Ουσιαστικά, αυτό το οποίο είχαμε ήταν η διαπεραστική και θορυβώδης επιβεβαίωση της έγκυρης άποψης απέναντι στις υποτιθέμενα κατώτερης αξίας απαιτήσεις των φορτηγατζήδων για περισσότερη ελευθερία και καλύτερες συνθήκες εργασίας. Αυτό ήταν το σύστημα τού «ορθώς σκέπτεσθαι» το οποίο προσπαθούσε να κερδίσει την ηθική νομιμοποίηση από τους δυσαρεστημένους φορτηγατζήδες· οι θεματοφύλακες της εγκεκριμένης «προοδευτικής» σκέψης από τη μεσαία και ανώτερη κοινωνική τάξη οι οποίοι αντιδρούν απέναντι σε ενοχλητικούς, παλαιών αρχών ανθρώπους από τα κατώτερα κοινωνικά στρώματα οι οποίοι απαιτούν ελευθερίες και σεβασμό.

Υπήρχε τουλάχιστον ένα στοιχείο το οποίο εν μέρει έχουν συνειδητοποιήσει αυτοί οι οποίοι προέβησαν σε αυτήν την εντυπωσιακή ανακολουθία στους δρόμους της Οτάβα· οι αντιδιαδηλωτές της ελίτ ουσιαστικά έλεγαν ότι η ταυτότητα πλέον είναι πιο σημαντική από την κοινωνική τάξη, και ότι ζητήματα όπως τα δικαιώματα των διεμφυλικών πλέον υπερκερνούν τα δικαιώματα των εργατών, και ότι πλέον το να είσαι «αριστερός» δεν σημαίνει το να υπερασπίζεσαι τις μάζες οι οποίες κινούνται εναντίον του κράτους, αλλά μάλλον το να επιπλήττεις τις μάζες για την υποτιθέμενα λανθασμένη σκέψη τους και να συντάσσεσαι με το κράτος εναντίον του λαού.

Για την ακρίβεια, όλο αυτό έχει και συνέχεια. Αυτοί οι αντιδιαδηλωτές, ενστικτωδώς ή μη, καταδείκνυαν τους φορτηγατζήδες ως «προβληματικούς», ως φανατικούς, σαν ενσαρκώσεις του Εμάνουελ Γκολντστάιν (σημ. μτφρ.: θρυλική φιγούρα κακού στο 1984 του Όργουελ) οι οποίοι αξίζουν την πιο σκληρή μορφή ηθικής καταδίκης ακόμα και φυσικής τιμώριας. Έβαλαν την ταμπέλα πάνω σε  αυτούς τους απανθρωποποιημένους ανθρώπους, οι οποίοι πλέον δείχνονταν ως άξιοι καταισχύνης, λογοκρισίας ακόμα και καταστολής αλλά και πάταξης από την αστυνομία.

Οι αντιδιαδηλωτές, χάριν των αυτοκολακευτικών φαντασιώσεών τους περί ριζοσπαστισμού, συμπεριφέρονταν σαν τα μαντρόσκυλα της διακυβέρνησης Τριντό. Ο ίδιος ο Τριντό είχε ήδη χαρακτηρίσει τους φορτηγατζήδες ως «τρανσφοβικούς» – επιπλέον δε και ισλαμοφοβικούς, ομοφοβικούς και εναντίον των μαύρων – χωρίς πάντως να βασίζεται σε κάποια απτή απόδειξη. Και αυτοί οι αντιδιαδηλωτές των «δικαιωμάτων των τρανς» ουσιαστικά υπερθεμάτιζαν τα όσα έλεγε ο Τριντό, απηχώντας υπάκουα την αισχρή προκατάληψη του καναδικού κράτους, καθώς ούρλιαζαν προς τους διαδηλωτές οι οποίοι ανήκουν στην εργατική τάξη: «Τα δικαιώματα των τρανς είναι ανθρώπινα δικαιώματα!» Ουσιαστικά διακήρυτταν δημοσίως ότι οι φορτηγατζήδες είναι εγκληματίες σκέψης, καθώς κρύβουν μέσα τους επικίνδυνες, μισαλλόδοξες απόψεις, και γι’ αυτό πρέπει να παταχθούν ανηλεώς. Και πράγματι, αυτό έγινε!

Με άλλα λόγια, αυτή η περίεργη αντιδιαδήλωση των «δικαιωμάτων των τρανς» κατέδειξε μία σημαντική αλήθεια σχετικά με την εξέγερση των φορτηγατζήδων· το ότι ο δικαιωματισμός (wokeness) ενεργοποίησε την ιδιαζόντως αυστηρή και βίαια επέμβαση του καναδικού κράτους απέναντι σε αυτήν την εξέγερση της εργατικής τάξης. Αρκετοί από εμάς θαυμάσαμε το ότι οι υποτιθέμενα ριζοσπάστες αριστεροί επιμελώς αγνόησαν την εξέγερση της καναδικής εργατικής τάξης απέναντι στο αστικό κράτος.

Αλλά όσο κυλά ο χρόνος, έχει γίνει ξεκάθαρο ότι η αριστερά δεν έχει στην πραγματικότητα αγνοήσει αυτήν τη σημαντική παγκοσμίως διαμαρτυρία, αλλά αντιθέτως, έπαιξε έναν καίριο ρόλο στο να νομιμοποιηθεί η τυραννία του κράτους εναντίον των διαμαρτυρομένων, προσφέροντας την πολιτική δικαιολόγηση για τη χρησιμοποίηση από την αστυνομία της Οτάβα των αστυνομικών ροπάλων και τη βίαιη καταστολή των εργατών. Οι δικαιωματιστές δεν είναι απλώς περαστικοί, ούτε απλώς αυτοί οι οποίοι σηκώνουν αδιάφορα τους ώμους ή αποδέχονται παθητικά αυτήν την εξέγερση της εργατικής τάξης. Αντιθέτως, υπήρξαν οι ηθικοί νομιμοποιητές της ταξικής βίας του κράτους απέναντι στους φορτηγατζήδες και τους συμμάχους τους.

 Η αυστηρότητα της καταστολής την οποία επέδειξε το καναδικό κράτος απέναντι στους φορτηγατζήδες ήταν σχεδόν απερίγραπτα σκληρή. Το κράτος χρησιμοποίησε κάθε διαθέσιμο σε αυτό όπλο ώστε να σιγάσει και να απομονώσει εργάτες οι οποίοι θέλουν απλώς το δικαίωμα να κερδίζουν τα προς το ζην χωρίς να υποχρεωθούν από το κράτος να λάβουν μία συγκεκριμένη μορφή ιατρικής θεραπείας (εμβόλιο κατά του κορωνοϊού).

Η αστυνομία της Οτάβα παρέταξε τα άλογά της για να πατάξει τους διαδηλωτές και τους συμμάχους τους, συμπεριλαμβανομένου ενός τουλάχιστον προσώπου το οποίο επέβαινε σε ηλεκτρικό σκούτερ για ανθρώπους με μειωμένη κινητικότητα.

Το κράτος πάγωσε τους τραπεζικούς λογαριασμούς των ηγετών της διαμαρτυρίας. Οι μεγάλοι τεχνολογικοί κολοσσοί (Big Tech) – αυτό ακριβώς είναι ο καπιταλισμός – παρεμπόδισε τους πολίτες από το να προσφέρουν χρήματα στους φορτηγατζήδες. Οι εκπρόσωποι της τέταρτης εξουσίας, συμπεριφερόμενοι περισσότερο σαν πιστά σκυλιά παρά σαν δημοσιογράφοι, προσέφεραν πρόθυμα τις υπηρεσίες τους στον απολυταρχισμό του καναδικού κράτους καθώς, για παράδειγμα, εξέθεσαν δημοσίως τα ονόματα των ανθρώπων οι οποίοι έκαναν μικρές έστω δωρεές στην αυτοκινητοπομπή των φορτηγατζήδων. Ένας εγκάθετος στην εφημερίδα Salt lake tribune ο οποίος έστελνε μηνύματα στο ηλεκτρονικό ταχυδρομείο στους δωρητές του Κομβόι της Ελευθερίας (παρενοχλώντας τους μήπως;)  είχε προηγουμένως φωτογραφηθεί στα κοινωνικά δίκτυα φορώντας κομμουνιστικά παραφερνάλια. Δεν θα μπορούσε κάποιος να το φανταστεί καλύτερα: αυτοανακηρυχθέντες «κομμουνιστές» οι οποίοι συνεργούν στην κατάπνιξη από το καπιταλιστικό κράτος μιας εξέγερσης της εργατικής τάξης. Και φυσικά η διακυβέρνηση Τριντό επικαλέστηκε της Επείγουσες Διατάξεις για πρώτη φορά προκειμένου να δώσει εξουσίες στο κράτος ώστε να διαλύσει αυτήν την προβληματική και ενοχλητική συγκέντρωση στην Οτάβα.

Το καναδικό κράτος χρησιμοποίησε βία, βιαιοπραγία, άλογα, οικονομικό στραγγαλισμό, απειλές και εκβιασμούς ώστε να τερματίσει την εξέγερση των φορτηγατζήδων. Απείλησε ακόμα και να αφαιρέσει την επιμέλεια των παιδιών των διαφωνούντων. Η αστυνομία της Οτάβα έγραψε στο twitter ότι κάθε φορτηγατζής ή σύμμαχός του ο οποίος θα φέρει ένα παιδί στη διαμαρτυρία θα έρθει αντιμέτωπος με ποινικές ευθύνες και τα παιδιά τους «θα μεταφερθούν σε ένα ασφαλές μέρος». Αυτή είναι μία κλιμακούμενη, τυραννική απειλή αφαίρεσης της γονικής επιμέλειας σχεδιασμένη να προκαλέσει τέλμα και να σιγήσει οριστικά μία «προβληματική» διαμαρτυρία. Είναι σίγουρα μία από τις πιο ποταπές τακτικές οι οποίες χρησιμοποιούνται από το κράτος εναντίον των επικριτών του στη σύγχρονη εποχή: συνέχισε να διαμαρτύρεσαι και θα σου στερήσουμε ακόμα και τα παιδιά σου.

 Πρέπει όμως πάντα να κάνουμε στον εαυτό μας την εξής ερώτηση: ποιος ή τι προσέφερε την υποτιθέμενη «ηθική» νομιμοποίηση για ιδιαζόντως καταπιεστικές ενέργειες, απειλές και βία από τις αρχές; Στο παρελθόν, ήταν η ταμπέλα του κομμουνιστή, του συμπαθούντος τη Σοβιετική Ένωση, η οποία στιγμάτιζε όλους αυτούς επιτρέποντας την ακραία κακομεταχείρισή τους από το κράτος. Ή αντίστοιχα ο χαρακτηρισμός ανθρώπων ως «ο εχθρός εντός των τειχών» – με τα περιβόητα λόγια της Θάτσερ – σαν δικαιολόγηση για τη βίαια καταστολή τους.

Αρκεί να δει κάποιος την απεργία των ανθρακωρύχων του 1984/85. Σε πιο ξεκάθαρα τυραννικά καθεστώτα, θα είχες διαχωριστεί ως εσφαλμένα σκεπτόμενος ή ως εχθρός του κράτους ή ως ταραχοποιός ούτως ώστε να δικαιολογηθεί η καταστολή σου.

Σήμερα, όπως δείχνει το παράδειγμα του Καναδά, τα πράγματα είναι λίγο διαφορετικά. Σήμερα ο τρόπος με τον οποίο οι απλοί άνθρωποι γίνονται βορά για ενδεχόμενη βιαιοπραγία της αστυνομίας, χαρακτηρίζονται ως «ύποπτοι», δημοσίως στιγματίζονται ως άξιοι λογοκρισίας και τιμωρίας, είναι μέσω του χαρακτηρισμού «φοβικός», όχι αρκετά δικαιωματιστής. Η γλώσσα είναι περισσότερο πολιτικώς ορθή, λίγο λιγότερο μακαρθική, αλλά το τελικό αποτέλεσμα είναι το ίδιο: άνθρωποι τιμωρούνται επί τη βάσει τού ότι έχουν ξεπεράσει τα όρια, τού ότι φέρουν εσφαλμένες απόψεις και πεποιθήσεις οι οποίες θα μπορούσαν δυνάμει να μολύνουν το έθνος. Ο Τριντό είναι ο μοντέρνος Τζο Μακάρθι, ιδιαιτέρως όταν κατατάσσει συγκεκριμένους ανθρώπους ως εχθρούς του δικαιωματισμού, και θεμελιωδώς ως εχθρούς του Καναδά.

Το κίνημα του δικαιωματισμού ήταν πρωτοπόρο στην απεικόνιση των φορτηγατζήδων ως κατακάθι της κοινωνίας, οι οποίοι αξίζουν τη βίαιη καταστολή. Ο Τριντό είχε φτάσει νωρίτερα σε αυτό το σημείο, καθώς αναβάθμισε τον μακαρθισμό αφού τον εφάρμοσε στον «αντιδικαιωματισμό» παρά στον αντιδυτικισμό. Έγραψε στο twitter ότι το Κομβόι της Ελευθερίας ήταν γεμάτο από «Αντισημιτισμό, Ισλαμοφοβία, ρατσισμό εναντίον των Μαύρων, ομοφοβία και τρανσφοβία».

Ψευδώς ριζοσπάστες, όπως αυτοί οι αντιδιαδηλωτές των «δικαιωμάτων των τρανς» και αρθρογράφοι στη σοσιαλιστική βίβλο Jacobin της περιοχής του Park Slope (σημ. μτφρ.: πλούσια περιοχή με πολύ έντονο το «προοδευτικό» και «αριστερό» στοιχείο) της Νέας Υόρκης, συνωμότησαν σε αυτήν την κρατική οικονομική αφαίμαξη των φορτηγατζήδων χαρακτηρισμένων ως αντιδικαιωματιστών. Έχουμε ακόμα την εκτίμηση ότι «φιλελεύθερες» εκδόσεις έχουν αποκηρύξει τους φορτηγατζήδες και τις απαιτήσεις τους για ελευθερία ως τυπικές εκφάνσεις του λεγόμενου «λευκού προνομίου».

Η Washington Post, σε ένα από τα πιο βοθρώδη άρθρα που έχει δημοσιεύσει, ισχυρίστηκε ότι η κραυγή των φορτηγατζήδων για ελευθερία συνιστά τρανή απόδειξη ότι είναι οπαδοί του λευκού προνομίου, επειδή «η έννοια της ‘‘ελευθερίας’’ έχει υπάρξει ιστορικά και παραμείνει δίδυμη με τη Λευκότητα». Πρέπει κάποιος να πάει πίσω στον χρόνο και να πει αυτό στον Φρέντερικ Ντάγκλας και τη Χάριετ Τάμπμαν και όλους τους υπόλοιπους μαύρους οι οποίοι πολέμησαν τόσο σκληρά για τις ελευθερίες τις οποίες οι σημερινοί καλοζωισμένοι, εύθραυστοι, μικρόψυχοι αριστεροί με έναν χοντροκομμένο τρόπο θεωρούν δεδομένες.

Έτσι, ο δικαιωματισμός δεν είναι απλώς μία πολιτική όχληση. Δεν είναι απλώς μία μόδα η οποία υιοθετείται από τα πανεπιστήμια και άλλα ιδρύματα ώστε να εμφανίζονται μοντέρνα και σύμφωνα με το ρεύμα. Όχι, είναι ένας παράγοντας κλειδί για τη νέα ταξική πολιτική. Είναι μία κεντρική ιδεολογική σφήνα ανάμεσα στις νέες ελίτ οι οποίες δικαιολογούν την επικράτησή τους επί τη βάσει αμφοτέρωθεν της διαχειριστικής τους ικανότητας αλλά και της ηθικής ορθότητάς τους και των εργατικών τάξεων οι οποίες έχουν κουραστεί από αυτόν τον πατερναλιστικό τρόπο διακυβέρνησης.

Ο δικαιωματισμός είναι το εργαλείο μέσω του οποίου οι ανώτερες τάξεις διαχωρίζουν τις ίδιες από το πλήθος και δικαιολογούν την ηγεμονία τους στην κοινωνία και στις ζωές μας, και, όπως πλέον δείχνει ο Καναδάς, είναι επιπλέον ο υποκινητής της κρατικής βίας εναντίον αυτών οι οποίοι αντιστέκονται και ορθώνουν το ανάστημά τους απέναντι σε αυτήν την ηγεμονία. Ο δικαιωματισμός είναι η μεταμφίεση την οποία φορά η ταξική απολυταρχία στον 21ο αιώνα, και όποιος νοιάζεται για τα δικαιώματα, την ισότητα και την ελευθερία των εργατών πρέπει να θέσει ως προτεραιότητα να τον νικήσει.

*Brendan O’Neill: Κεντρικός πολιτικός αναλυτής της ιστοσελίδας Spiked και παρουσιαστής της πολιτικής εκπομπής The Brendan O’Neill Show

Μετάφραση του πρωτότυπου άρθρου: The tyranny of high-state opinion

Περισσότερα απο

Πέτρος Γ.

Είμαστε

ΠΑΝΤΟΥ