Περίπου ένα τέταρτο της ώρας κράτησε η συνάντηση Ιωάννου Μεταξά – Εμμανουέλε Γκράτσι (Emanuele Grazzi). Ο Ιταλός Πρέσβης ήρθε στις τρεις παρά δέκα το πρωί να επιδώσει το τελεσίγραφο που απαιτούσε την ειρηνική κατάληψη της Ελλάδος από τις Ιταλικές δυνάμεις.
Αιφνιδίασε τον Μεταξά μόνο ως προς την ώρα που ήρθε, καθώς ο Κυβερνήτης εγνώριζε πως ο Γκράτσι είχε παραλάβει τηλεγράφημα νωρίτερα εκείνη την ημέρα και τον περίμενε νωρίτερα. Οι πληροφορίες από την μεθόριο επίσης έκαναν λόγο για κινητοποίηση δυνάμεων. Έτσι, όταν ο Γκράτσι πήγε για λόγους αντιπερισπασμού να παίξει μπριτζ στην οικία Βλαστού εκείνο το βράδυ, και πέρασε τη βραδιά λέγοντας ανέκδοτα και γελώντας με τους καλεσμένους, ο Ι. Μεταξάς μιλώντας στο τηλέφωνο με τον Ναύαρχο Αλέξανδρο Σακελλαρίου του λέει “κοιμήσου ήσυχα, μάλλον κάποια βλακεία πήγε να κάνει ο Γκράτσι και την πάτησε”, δίνοντας έτσι ερμηνεία στα τηλεγραφήματα.
Όμως, κατά τις 2.30 ο Γκράτσι μπαίνει σε ένα αυτοκίνητο της πρεσβείας (και όχι το δικό του, για να μην κινήσει υποψίες) και συνοδευόμενος από έναν στρατιωτικό ακόλουθο και έναν διερμηνέα, στις 3 παρά δέκα φτάνει στην πρωθυπουργική κατοικία γράφοντας την μετέπειτα Ιστορία όπως την γνωρίζουμε.
Αυτό που δεν είναι γνωστό είναι πως η ετοιμότητα της Ελληνικής πλευράς ήταν εκπληκτική. Μόλις λίγο μετά τις 3 αποχώρησε ο Γκράτσι, ο Μεταξάς επικοινώνησε τηλεφωνικά και ενημέρωσε τον Βασιλιά, τον Αρχηγό του Γενικού Επιτελείου Στρατού Αντιστράτηγο Παπάγο και τον Αρχηγό του Ναυτικού Επιτελείου Ναύαρχο Σακελλαρίου.
Επίσης, τηλεφώνησε και κάλεσε στο σπίτι του τον Άγγλο Πρέσβη Μάικλ Πάλλερετ (Michael Palairet). Το πολεμικό συμβούλιο συνεδρίασε, εκδόθηκαν οι διαταγές προς τις μονάδες και όλα αυτά εντός 90 λεπτών της ώρας δείχνοντας μεγάλη ετοιμότητα και προετοιμασία. Έτσι, στις 4:45 οι διαταγές έφτασαν τηλεφωνικώς και στην 8η Μεραρχία στα σύνορα με την Αλβανία, της οποίας Διοικητής ήταν ο ηρωικός Χαράλαμπος Κατσιμήτρος ο οποίος έθεσε σε εφαρμογή τα σχέδια ανάσχεσης του εχθρού που μετά από λίγη ώρα στις 6 το πρωί ξεκινούσε τους βομβαρδισμούς.
Όμως η προετοιμασία αυτή, δεν θα μπορούσε να πραγματοποιηθεί χωρίς την φιλοπατρία και την ενεργητική αγάπη προς το Έθνος που είχε εμφυσήσει ο μεγάλος ηγέτης στον ελληνικό λαό. Εθελοντές προσφέρονταν ώστε να βοηθήσουν με κάθε τρόπο στην προετοιμασία της άμυνας, κάτοικοι της Ηπείρου αφιλοκερδώς τους περασμένους μήνες εργάζονταν αόκνως για την κατασκευή οδικών αξόνων και έργων αμύνης της 8ης Μεραρχίας ενώ και άλλοι πολίτες βοηθούσαν εν καιρώ ειρήνης με κάθε τρόπο στη συλλογή πληροφοριών από τον μελλοντικό αντίπαλο.
Ένας από αυτούς υπήρξε ο Δάσκαλος του μικρού χωριού Μολυβδοσκέπαστος της παραμεθορίου, ο Σταύρος Γκατσόπουλος, ο οποίος είχε οργανώσει μια ομάδα Ελλήνων πρακτόρων οι οποίοι μπαινόβγαιναν κρυφά από την Άνοιξη του ’39 στην ιταλοκρατούμενη Αλβανία και ανέφεραν τις κινήσεις των Ιταλών. Έτσι, εκτελώντας αυτό το πολύ επικίνδυνο έργο, παρείχαν πληροφορίες ζωτικής σημασίας για την προπαρασκευή της άμυνας της Ηπείρου.
Όμως δεν έφτανε μόνο αυτό. Στις πρωινές ώρες εκείνης της Δευτέρας στις 28 Οκτωβρίου, μόλις ελήφθη το μήνυμα από την Μεραρχία για διεξαγωγή αμυντικού πολέμου, ο ίδιος ο Γκατσόπουλος με κίνδυνο της ζωής του πέρασε στην Αλβανική πλευρά και πέτυχε να αποκόψει τηλεφωνικές γραμμές των Ιταλικών μονάδων συντελώντας έτσι στον πολύτιμο, έστω και ολιγόωρο, μερικό αποσυντονισμό της επίθεσης.
- 4η Αυγούστου 1936
- Η Γαλλική Επανάστασις και η «Σκοτεινή-Άγνωστη» πλευρά της
- Τι στο καλό γυρεύει ο Παρθενώνας στο… Νάσβιλ;
Ο Σταύρος Γκατσόπουλος διετέλεσε αργότερα Διευθυντής Δημοτικού σχολείου Κηφισιάς και προς τιμήν του έως σήμερα υπάρχει αίθουσα στο Δημαρχείο Κηφισιάς που φέρει το όνομά του. Από κει και ύστερα τα πράγματα είναι λίγο πολύ γνωστά.
Η κυρία ιταλική επίθεση κατευθύνθηκε προς τον οδικό άξονα Κακαβιάς – Ιωαννίνων όπου συνάντησε την χαλύβδινη ελληνική αντίσταση στο Καλπάκι, συνετρίβη -παρά το ότι πολέμησε σκληρά- και εξαναγκάστηκε σε οπισθοχώρηση.