Αρχές Νοεμβρίου του 2016 μια εβδομάδα περίπου πριν τις Αμερικάνικες εκλογές, έκανε πρεμιέρα στους κινηματογράφους η νέα ταινία του Mel Gibson με τον τίτλο Hacksaw Ridge.
Δεν ξέρω πόσο τυχαία σύμπτωση ήταν που βγήκε στην κορύφωση του προεκλογικού αγώνα του Τραμπ, μια τόσο based πατριωτική και πατριαρχική ταινιάρα, πάντως θεωρώ ότι συνέβαλε λιγάκι στην επική νίκη του το 2016, καθότι επανάφερε στο προσκήνιο τις θυσίες των βετεράνων πολεμιστών, που ήταν και πολύ ψηλά στην προεκλογική ατζέντα του Τραμπ κι ακόμα κι ο πιο λούμπεν αντιμιλιταριστής και πασιφιστής μπορεί να εμπνευστεί από αυτή και να βγει από την αίθουσα με μια νέα οπτική. Πιστεύω ότι ο Τραμπ καραγούσταρε την ταινία.
Μετά τον αισχρό κι άδικο δεκαετή εξοστρακισμό του από το Hollywood για αστειότητες κι άθλιες συκοφαντίες αριστερούληδων, ο Gibson ξαναβρέθηκε στο πεδίο του μαχόμενου Σινεμά, υπέρ Πίστεως και Πατρίδος. Μέσα σε ένα κλίμα αναδυόμενης Woke κορεκτίλας, σάπιας μεταμαρξιστικής προπαγάνδας και φτηνής μαρβελικής διασκέδασης, που πλέον μόλυναν ολόκληρο το σύγχρονο Θέαμα και την μαζική κουλτούρα, ο Μελ Γκιμπσον είπε… “Υou know what? Θα κάνω μια παλαιάς κοπής ταινία σε ένα ψιλοπεθαμένο κινηματογραφικό είδος για ένα απίθανο τύπο που τιμήθηκε με το Medal of Honor, χωρίς να χρησιμοποιήσει ποτέ του όπλο και χωρίς να σκοτώσει και θα επαναφέρω στην συλλογική συνείδηση και μαζική κουλτούρα τα κατορθώματα της σπουδαιότερης γενιάς της γενιάς των βετεράνων πολεμιστών του Β’ Παγκοσμίου, που έκαναν αδιαμαρτύρητα το καθήκον τους, και ρίσκαραν και συχνά θυσίασαν τα πάντα, για τις οικογένειες τους, το Έθνος τους και την Ελευθερία του. Μια ταινία για την πιο απροσδόκητη κι αδιόρατη επενέργεια του Αγίου Πνεύματος, μια Αγγελική μορφή μέσα στην απόλυτη Κόλαση επί Γης, την ίδια την δύναμη της Πίστης και του Χριστιανισμού, εντός του θεάτρου επιχειρήσεων της πολύνεκρης Απόβασης στην Οκινάουα το 1945 στο τέλος του Β’ Παγκοσμίου πόλεμου.”
Η απίστευτη ιστορία του άοπλου τραυματιοφορέα Desmond Doss ήταν γνωστή στο Χόλυγουντ επί δεκαετίες και διάφορα σενάρια κυκλοφορούσαν στα γραφεία των μεγάλων στούντιο, χωρίς να πάρουν ποτέ έγκριση. Έτσι βρέθηκε ένας βετεράνος των στούντιο του Χόλυγουντ (κυρίως της Paramount), ο Bill Mechanic που έκανε στόχο ζωής την υλοποίηση αυτού του passion project κι είχε στο μυαλό για σκηνοθέτη μόνο ένα όνομα… Mel Gibson. Ο οποίος όμως όταν του πρότεινε να σκηνοθετήσει στα τέλη των ’90s ήταν διστακτικός, μάλλον λόγω φόρτου εργασίας, καθώς τότε ο Μel ήταν περιζήτητος αλλά και πανάκριβος κι ήταν βασιλιάς του Hollywood ή ένας από τους βασιλιάδες.
Έτσι όταν επανήλθε ο Mechanic το 2014-15, ο Μel είδε το μεγαλείο και τις δυνατότητες της ιστορίας του Doss και με ένα περιορισμένο budget 40.000.000 δολαρίων έφυγαν για την πιο οικονομική Αυστραλία -τη δεύτερη πατρίδα του Gibson- για να το γυρίσουν σε ένα εξωπραγματικά κι εξοντωτικά σύντομο διάστημα περίπου 2 μηνών. Αν και το budget ήταν περιορισμένο, το καστ αποτελείται από διάσημους A-list ηθοποιούς, όπως ο ‘Spiderman’ της Sony, Andrew Garfield ως ο πρωταγωνιστής Desmond Doss, o Agent Smith από ‘The Matrix’ και από το ‘V for Vendetta’, ο Hugo Weaving ως πατέρας Tom Doss, o συνήθως κωμικός Vince Vaughn σε κόντρα ρόλο-έκπληξη, αλλά κι ο γνωστός από ‘Avatar’, ‘Terminator Salvation’ και ‘Clash of the Titans’ Sam Worthington. Υπάρχει βέβαια κι ο νεαρός Αυστραλός ηθοποιός Luke Bracey, αλλά κι η επίσης νεαρή Αυστραλή (και πολύ όμορφη) Teresa Palmer, ως σύζυγος του Doss και γενικά ολόκληρο το καστ κι όλοι οι β’ ρόλοι είναι καταπληκτικοί, “τυπάρες” που σου μένουν, ένα σύνηθες προσόν ταινίας Gibson.
Όπως ήταν φυσικό πολλά κρίθηκαν στην ερμηνεία του Garfield, που κουβαλά την ταινία από την αρχή ως το τέλος και επιτυγχάνει να πιάσει τον χαρακτήρα και την ψυχή του Doss, σε σημείο που ο γιος του Doss, Desmond jr ξέσπασε λυγμούς στην πρεμιέρα και συνεχάρη τον Garfield για αυτή την καταπληκτική του ερμηνεία, που τιμά τον πάτερα του και παρότι εμφανισιακά δεν του μοιάζει. Μάλιστα ο Garfield βγάζει μια σχεδόν “μητρική” αύρα κι ενέργεια στο παίξιμο του και αποτελεί την θηλυκή ενέργεια στο πεδίο της μάχης, την θηλυκή πλευρά της Θείας Αγάπης και παρηγοριάς, που πιστεύω ότι είναι αυτό που λέμε Θεία Χάρις και Θεός, όπως λέει κι ο Gibson. Αυτή η Θεία Χάρις είναι συμπαντική ενέργεια κι είναι θηλυκή και ενυπάρχει στην αύρα μητρικής φροντίδας που βγάζει ο Doss μέσω της αγνής παιδικής του ψυχής. Ο Gibson καθοδήγησε τον Garfield, να βγάζει μια παιδική (μωρουδιακή σχεδόν) ευαισθησία και θαλπωρή στους βασανισμένους στρατιώτες που θυσιάζονται σαν τον Ιησού Χριστό. Ο μόνος ηθοποιός που έμοιαζε οπτικά με Doss ήταν ο μακαρίτης ο Christopher Reeve, ο Superman, αν γινόταν η ταινία το 1980 θα ήταν τέλεια επιλογή, αν και πολύ ψηλός. Ο Doss ήταν μόλις 1,68 κάτι που κάνει τα κατορθώματα του ακόμα πιο απίστευτα. O Doss δηλαδή ήταν ένας πραγματικός Superman.
“Ολόκληρη η ταινία είναι διανθισμένη με χριστιανικές αλληγορίες και προσεγμένα υποβολιμαία μηνύματα”
O Gibson γενικά έχει μια άτυπη βεντέτα με ταινίες Marvel/DC κι ήθελε να δείξει έναν δικό του υπερήρωα. Έναν υπερήρωα της αληθινής ζωής κι όχι της φτηνιάρικης διασκέδασης των κινηματογραφικών τσίρκο της Marvel και DC. Εξου κι η επιλογή του πρώην Spiderman Garfield, που μόνο τυχαία δεν ήταν, καθώς το κοντράστ Spiderman -απλού ανθρωπάκου Doss, βοηθά υποσυνείδητα το κοινό να νιώσει τα υψηλά νοήματα και διακυβεύματα της ταινίας.
Η ταινία μετά μια σύντομη φρικιαστική εισαγωγή μέσα στην Κόλαση του Πολέμου με απανθρακωμένα πτώματα να πετάγονται κυριολεκτικά στα μούτρα μας, ξεκινά από τα παιδικά χρόνια του Doss και μας δείχνει τις εμπειρίες, τα διδάγματα και την παιδεία που έλαβε κυρίως από την ευσεβέστατη μητέρα του, που άνηκε σε μια υπερσυντηρητική χριστιανική σέκτα των αντβεντιστών της 7ης ημέρας, κάτι σαν σέκτα καθολικών παλαιοημερολογιτών. Αυτό όμως που καθόρισε την μετέπειτα στάση του ήταν όταν τραυμάτισε σοβαρά το αδερφάκι του πάνω σε έναν αθώο παιδικό καυγά με ένα τούβλο και συγκλονίστηκε τόσο που ορκίστηκε να μην χρησιμοποιήσει βία και να αφαιρέσει ζωή, όπως πρεσβεύουν κι οι 10 εντολές. Ο Doss ποτέ δεν έχασε την παιδική του ψυχή αλλά δεν ήταν καθυστερημένος ίσως είχε λιγάκι ιδεοψυχαναγκαστική διαταραχή (που έχουμε όλοι πάνω κάτω). Αλλά κι ως ενήλικος πια κι αντιμέτωπος με την ενδοοικογενειακή βία από τον αλκοολικό βετεράνο του Α’ Παγκοσμίου πάτερα του δεν άλλαξε τις αρχές του παρότι έφτασε στα όρια του.
Ο Gibson στην πρώτη πράξη της ταινίας δεν βιάζεται και μας χτίζει τον χαρακτήρα του Doss, αλλά και τον μικρόκοσμο της οικογένειας και της επαρχιακής του πόλης στην επαρχιακή Virginia. Κάποιοι που θέλουν να δουν άμεσα την συναρπαστική πολεμική ταινία του β’ μέρους που υπόσχονται τα trailers, ίσως βαρεθούν, όμως αυτή η εισαγωγική πρώτη πράξη της ταινίας είναι απαραίτητη και σημαντικότατη για να καταλάβουμε την ψυχή και μετέπειτα συμπεριφορά αλλά και θείο πεπρωμένο του Doss.
Το love story Desmond-Dorothy είναι ειδυλλιακό, σχεδόν ονειρικό, old school ρομαντισμός. Garfield-Palmer έχουν από τις καλύτερες ερωτικές χημείες που έχω δει ποτέ και η σκηνή θυμίζει κάτι από love story Braveheart, με τον Gibson να αποδεικνύει πόσο μαέστρος είναι στο να αποτυπώνει όχι μόνο την φρίκη αλλά και την ευτυχία.
H σκηνή του φιλιού στο υψωματάκι, με την φύση της Virginia στο υπόβαθρο, έχει ένα ρομαντικό μεγαλείο αλλά είναι και μια προοικονομία αλλά κι αντίστιξη στο το ύψωμα του Hawksaw, αργότερα στην ταινία, καθώς δείχνει την άνεση του Doss στην αναρρίχηση και την γενική του ευελιξία κι ευκινησία αλλά και τι Παράδεισο αφήνει για να κατέλθει σε μια κανονική κόλαση.
Μάλιστα η γνωριμία τους γίνεται καρμικά -μεσώ θείας πρόνοιας να πούμε καλύτερα- μετά από την σωτηρία παρέμβαση του Doss σε θύμα ατυχήματος, που του σώζει την ζωή κάνοντας έναν επίδεσμο τουρνικέ, για να σταματήσει την ακατάσχετη αιμορραγία, χρησιμοποιώντας μια ζώνη όπως η ζώνη που τον τιμωρούσε ο μέθυσος πατέρας του και βάζοντας ένα τούβλο για στήριγμα ίδιο με αυτό που παραλίγο θα σκότωνε τον αδερφό του, με τον Γκίμπσον να μας κλείνει το μάτι, για τα όργανα του μαρτυρίου που γίνονται συμβολικά τα όργανα της σωτηρίας, κάτι σαν τα καρφιά και τον Σταύρο του Χριστού. Ολόκληρη η ταινία είναι διανθισμένη με χριστιανικές αλληγορίες και προσεγμένα υποβολιμαία μηνύματα.
Ο πόλεμος που βρίσκεται στην κορύφωση του είναι μια μακρινή πραγματικότητα ως αυτό το σημείο της ταινίας, που Doss-Dorothy βλέπουν στα επίκαιρα στο σινεμά σχεδόν σαν ταινία, όμως ήδη ο Doss βασανίζεται στην ιδέα ότι συνομήλικοι του πολεμούν και πολλοί από αυτούς θυσιάζονται στα μέτωπα του Β’ Παγκοσμίου πόλεμου κι ούτε ο μηδενισμός κι η φαταλιστική (black pilled) αρνητικότητα του βετεράνου του Α’ Παγκοσμίου πάτερα του, (που πνίγει το μετατραυματικό σοκ με άφθονο bοurbon) δεν τον αποτρέπει από το να καταταγεί και να πάει να πολεμήσει για την Πατρίδα του, έστω με τον δικό του ιδιότροπο τρόπο.
Γενικά ο Gibson δείχνει τα απίστευτα εμπόδια χαοτικών προεκτάσεων που αντιμετώπισε ο Doss, όπως καψώνια, εξευτελισμούς, ξυλοδαρμούς μέχρι και στρατοδικεία, ώστε να αναγκαστεί μην υπηρετήσει στο μέτωπο, που θα έκαναν τον μέσο άνθρωπο να τα παρατήσει και να πάει σπιτάκι του από την αρχή. Δείχνει την ακατάβλητη θέληση και πατριωτικά αισθήματα καθήκοντος του Doss, αλλά κι αλτρουιστική αυτοθυσία του, καθώς αφήνει πίσω του οικογένεια και κυρίως μια κουκλάρα Dorothy που τον αποχαιρετά με πραγματικό πόνο, αγωνιά αλλά κι αγάπη.
H Palmer παίζει τέλεια στη σκηνή, νιώθεις στο βλέμμα της την αληθινή αγωνία κι αγάπη για τον Doss, φαίνεται αληθινός έρωτας στην έκφραση της (πολύ method). Την αφήνει όμως για να πάει αρχικά για την βασική εκπαίδευση των Πεζοναυτών και αργότερα για να μπει κυριολεκτικά σε μια Κόλαση επί Γης, από την οποία πιθανότατα να μην ξαναγύριζε και ίσως γνωρίζοντας υποσυνείδητα ότι είναι φορέας κι απόστολος κάτι υπερβατικού, κάτι πολύ ανώτερου της ίδιας της Θείας Πρόνοιας, που τον έταξε για να φέρει λίγη ανακούφιση και λίγη σωτηρία μέσα στο μακελειό της μάχης στην Οκινάνουα.
Ο Gibson υπονοεί ότι η δύναμη του έρωτα κι η θηλυκή αγγελική ενέργεια της Dorothy, συμβάλλει κι αυτή στα κατορθώματα και επιβίωση του Doss, με την Dorothy να του λέει το “You better come back to me” ως “γλυκιά” διαταγή, ευχή κι ευλογία…