Ο μικρός Fritz πήρε θέση μπροστά στην τηλεόραση για να δει την αγαπημένη του σειρά που άρχιζε σε λίγο. Περίμενε πώς και πώς να δει τα μεγάλα ροζ Φλαμίνγκο, που τόση εντύπωση του έκαναν, να τρέχουν καθώς πέφτουν οι τίτλοι έναρξης, μέχρι να εμφανιστεί στο προσκήνιο το πρωταγωνιστικό δίδυμο, ο εξής ένας, ο Ντον Τζόνσον, που υποδυόταν τον Σόνυ Κρόκετ, τον σικάτο μπάτσο του Τμήματος Ηθών του Μαϊάμι.
Δεν το έκρυβε ότι ήθελε να γίνει και αυτός κάτι αντίστοιχο όταν μεγάλωνε. Η επιβολή του νόμου ήταν κάτι που τον εξίταρε ιδιαίτερα – ακόμη και στα παιχνίδια με (τουλάχιστον αρχικά) συνομηλίκους του αυτός ήταν μονίμως που τα φύλαγε όταν έπαιζαν κρυφτό καθώς μη σηκώνοντας μύγα στο σπαθί του δεν υπήρχε περίπτωση να αφήσει σε κάποιον την απόλαυση να τον «φτύσει.»
Η ξελεφτεριά, για τον μικρό Fritz, δεν ήταν επιλογή. Γι’ αυτό, άλλωστε, διακρινόταν στο συγκεκριμένο παιχνίδι – έστω και αν, από κάποιο σημείο και έπειτα, οι μόνοι που έπαιζαν μαζί του κρυφτό ήταν μικρότεροί του, είτε διότι τους έκανε προσφορές που αυτοί δεν μπορούσαν να αρνηθούν, είτε επειδή ήταν πολύ μικρότεροι και ως εκ τούτου αρκετά αθώοι για να αντιληφθούν ότι δεν μπορούν να νικήσουν (και αυτό, ο μικρός Fritz είχε ανακαλύψει, του έδινε μία ιδιαίτερη χαρά, σαν η επιβολή πάνω σε ανυπεράσπιστους να ήταν κάτι διεγερτικό και όχι παράλογο).
Αλλά, για να γυρίσουμε πίσω στη σπουδαία σειρά, τη εμφανίσει του Σόνυ Κρόκετ, ο μικρός Fritz βυθιζόταν σε έναν κόσμο διαστροφής – τι είδους διαστροφής δεν μπορούσε να εντοπίσει ων και αυτός μικρός ακόμη, αλλά οπωσδήποτε ενός είδους διαστροφής που όνειρό του ήταν να γίνει μέρος της ώστε να εξαλείψει. Όπως άλλωστε προσπαθούσε να κάνει ο θρυλικός ντετέκτιβ με τη συνδρομή των εσπαντρίγιων του και του Φίλιπ Μάικλ Τόμας, ο οποίος υποδυόταν τον “Rico” Tubbs, alter ego του.
Ωστόσο, ο μικρός Fritz κατανοούσε ότι κάτι τέτοιο δεν ήταν κάτι εύκολο. Όχι λόγω του ότι του έλειπαν οι δυνατότητες (σύμφωνα με τους υπολογισμούς του σύντομα θα έσπαγε το ρεκόρ του αποτροπής φτυσίματος στο κρυφτό, πράγμα που έδειχνε αν μη τι άλλο ότι η δυναμική που ανέπτυσσε ήταν τέτοια που τον καθιστούσε Κυρίαρχο του Παιχνιδιού), όσο εξαιτίας του γεγονότος ότι έφερε μία βαριά κληρονομιά.
Ο θείος του ήταν ένας αυστηρός Πομερανός Πάστορας, ένα τεράστιο όνομα στον χώρο της πουριτανικής πτέρυγας του Κλήρου, που ενέπνεε σεβασμό σε μεγάλο μέρος των Λουθηρανών της γενέτειράς του, υποτάσσοντας με την πένα του αντίπαλες δογματικές θεωρίες θεολόγων ξένων στα συμφέροντα (ή όσα εκλάμβανε ο ίδιος ως συμφέροντα) του Προτεσταντισμού, ενός Προτεσταντισμού χωρίς μεν σύνορα αλλά με στρατόπεδα συνείδησης όπως τα αποκαλούσε ο ίδιος και ξεπερνώντας με τη φήμη του και αυτά τα ίδια τα σύνορα της Δυτικής Γερμανίας.
Εκτός όμως αυτής της βαριάς κληρονομιάς, ο μικρός Fritz συχνά είχε να αντιμετωπίσει και τη λεπτή ειρωνεία – βγαλμένη θαρρείς από κάποιο έργο του Τόμας Μαν – του θείου του, όπως συνέβαινε λ.χ. όταν τύχαινε να κάθεται παραδίπλα τη στιγμή που ξεκινούσε το Miami Vice. Τότε, με έναν εκνευριστικό τρόπο, θα έλεγε στον μικρό Fritz, σαν να ήθελε να του κάνει έναν ψυχολογικό πόλεμο, σαν να αντιλαμβανόταν ότι τα όνειρα του μικρού Fritz δεν ακολουθούσαν τον δρόμο που είχε χαράξει ο ίδιος μέσω της αυστηρής του πένας αλλά έδειχναν σαφή προτίμηση στο σπαθί, τότε λοιπόν δεν έλεγε, όπως θα μπορούσε να πει, the pen is mightier than the sword, αλλά αντίθετα έκρινε σκόπιμο να θρυμματίσει το κοσμοείδωλο που με κόπο έπειτα θα συγκέντρωνε τα θραύσματά του ο μικρός Fritz, τότε έκρινε σκόπιμο λοιπόν να πει:
Αχ! Να νομίζει κανείς ότι είναι αετός όταν δεν είναι παρά ένα φλαμίνγκο!
Μία ατάκα που έκανε σμπαράλια την ψυχολογία του μικρού Fritz καθώς βάραινε αυτά τα φτερά που εκείνος ένιωθε έτοιμος να ανοίξει προσθέτοντας ακόμη περισσότερο βάρος και κάνοντας το ήδη δυσβάστακτο της βαριάς κληρονομιάς σχεδόν ασήκωτο με τη βοήθεια όχι κάποιου τυχαίου αλλά αυτού του σπουδαίου Γκαίτε (ο θείος, ένας πρακτικός φαρσέρ μέσα στην αυστηρή προτεσταντική του ηθική, δεν περιοριζόταν στην ειρωνεία, έπρεπε να την αποδώσει και στον μεγάλο Γερμανό ποιητή – κάτι που ο μικρός Fritz δεν μπορούσε να ανακαλύψει τότε, αλλά θα το έκανε αργότερα όχι εντρυφώντας στον δημιουργό του Φάουστ αλλά ακονίζοντας το σπουδαιότερο εργαλείο που προσέφερε η Δύση στην ανθρωπότητα, τη Λογική: πώς είναι δυνατόν ο Γκαίτε να έβλεπε Miami Voice αφού δεν υπήρχαν τότε τηλεοράσεις; Αναρωτήθηκε ο μικρός Fritz μπροστά στον καθρέφτη κάποια στιγμή θρυμματίζοντας μαζί με το παράδοξο πάνω στον ενθουσιασμό του και τον καθρέφτη).
Όπως και να έχει, η συνεχής, μονότονη, πειθαρχημένη επωδός άρχισε να λειτουργεί εν είδει σταγόνας στον μεγάλο ωκεανό της μνήμης που έφερε ο μικρός Fritz μέσα του (όπως άλλωστε όλοι μας), με αποτέλεσμα όμως, χτυπώντας ακριβώς στο ίδιο σημείο, να τον κάνει συχνά να αισθάνεται, αργότερα μεγαλύτερο, αντί έναν νέο Σόνυ Κρόκετ ένα απλό φλαμίνγκο.
Έπρεπε να αποδείξει ότι είναι κάτι σπουδαιότερο από αυτό το ταπεινό πουλί.
Φοιτητής
Κατά τη διάρκεια των φοιτητικών του χρόνων, το ερώτημα του πώς να το αποδείξει αυτό κατέλαβε μεγάλο μέρος της (ανέμελης θα έπρεπε) ζωής του.
Δεν κοινωνικοποιήθηκε με τον τρόπο που το έκαναν τα άλλα παιδιά, αλλά μπροστά στον καθρέφτη που αποτελούσε τον πιο σκληρό του κριτή παιδιόθεν πρόβαρε το λευκό σπορ αθλητικό κοστούμι του Σόνυ Κρίκετ, συνδυάζοντας το με εσπαντρίγιες που είχε αγοράσει με το χαρτζιλίκι του και τα περίφημα Ray-ban που φορούσε ο σκληροτράχηλος αλλά κομψότατος ντετέκτιβ.
Η αλήθεια είναι ότι έμοιαζε κάπως παράταιρος στους διαδρόμους του Uni, με λευκό κοστούμι, μαύρη ζώνη, άσπρο T-shirt, μαύρες εσπαντρίγιες και τα μαύρα Ray-ban Wayfarers, κάτι ανάμεσα σε Karate kid και πιγκουίνο, δλδ., συνελόντι ειπείν, έμοιαζε με πιγκουίνο πολεμικών τεχνών.
Για την ακρίβεια ο τελευταίος χαρακτηρισμός προήλθε από μία φοιτήτρια η οποία του άρεσε πολύ αλλά δεν γνώριζε πώς να προσεγγίσει – και την προσέγγισε άγαρμπα, με αποτέλεσμα να του πει αυτή, ευγενικά είναι η αλήθεια αλλά όχι αρκετά σιγανά ώστε να μην ωτακουστεί, ότι μοιάζει με τον περίεργο αυτόν, εγελιανό θα έλεγε κανείς, συνδυασμό πτηνού και inherent violence.
Γι’ άλλη μια φορά ένα πτηνό βρέθηκε στον δρόμο του.
Όσο και αν φαίνεται περίεργο, η απόρριψη αυτή (που η αλήθεια είναι ότι όσοι έχουν βιώσει σε νεαρή ηλικία γνωρίζουν ότι λειτουργεί ως crucible για να σφυρηλατήσουν τις σχέσεις τους με τη συναισθηματική διάσταση του κόσμου) στον μικρό Fritz λειτούργησε ως ένα ξυπνητήρι του πολιτικού του ενστίκτου.
Όσο λοιπόν και αν φαίνεται περίεργο, η διακριτική αυτή απόρριψη, που απλώς έτυχε να προέρχεται από μία φοιτήτρια επικεφαλής της φοιτητικής πτέρυγας του Rosa-Luxemburg-Stiftung, ερμηνεύτηκε από τον μικρό Fritz ως μία καταδίκη των πολιτικών του θέσεων, που αν και ασαφείς και ομιχλώδεις είχαν οπωσδήποτε συντηρητική essence, και όχι ως απόρριψη του αισθητικώς αναπτυσσόμενου δυνάμει της σμίλης του.
Το αποτέλεσμα διττό – να μισήσει ακόμη περισσότερο την Αριστερά, και (κάπως παράδοξο, μα ποιος μπορεί άραγε να χρησιμοποιήσει πυξίδα στον ανθρώπινο ψυχισμό το μαγνητικό πεδίο του οποίου είναι τέτοιο ώστε εύκολα να τρελαίνει τον δείκτη της) να πειστεί ότι ποτέ εν τέλει δεν θα γίνει το πραγματικό alter ego του σπουδαίου Σόνυ Κρίκετ.
Γυρνώντας στην εστία, κατέβασε με μανία τις αφίσες της Ferrari Testarossa από τους τοίχους του κοιτώνα του και δώρισε τα σετ του με λευκά κοστούμια στο Rosa-Luxemburg-Stiftung με αποτέλεσμα η Berlin Alexanderplatz να γεμίσει με αριστερόστροφους και αναρχίζοντες που έφεραν ραφτά των Dead Kennedys στα σικάτα λευκά κοστούμια τους. Οι δε εσπαντρίγιες για ένα σύντομο ευτυχώς χρονικό διάστημα έγιναν brand συνώνυμο της αναρχίας, με αποτέλεσμα να υπάρξει περίσσεια εσπαντρίγιων σε αναρχικά πόδια καθώς όλοι οι ευυπόληπτοι πολίτες του Βερολίνου έκριναν σκόπιμο σε έναν πρωτόγνωρο πανικό ηθικό να τις στείλουν στους κάδους των αχρήστων τους και να αρχίσουν να φοράνε αρβύλες (έτσι λειτουργεί το εκκρεμές της ιστορίας απ’ ό,τι φαίνεται).
Γεγονός που με τη σειρά του (ήταν άραγε η φορά του κομμουνιστική ή καπιταλιστική; Κανείς δεν μπορεί να απαντήσει με σιγουριά) έκανε τη συγκεκριμένη πλατεία (γνωστή για την εναλλακτική/αριστερή προτίμησή της) ιδιαίτερα μισητή στον μικρό Fritz, ο οποίος δεν μπορούσε πλέον να την επισκεφτεί για πολλούς λόγους (εκείνη σύχναζε εκεί, ο ίδιος είχε τόσο έντονη πολιτική δράση πλέον που είχε γίνει γνωστός στους αριστεριστές, του άρεσε η λαϊκή Γερμανική μουσική και το milk shake· μερικοί εκ των οποίων).
Το βασικό πρόβλημα όμως παρέμενε και ζητούσε απάντηση – τι θα γινόταν εν τέλει αν δεν γινόταν ένας αμείλικτος κυνηγός των εγκλημάτων ηθών με εσπαντρίγιες;
Επάγγελμα Ρεπόρτερ
Κάποια στιγμή, ο μικρός Fritz θέλησε να πάει σινεμά. Όχι, δεν ήθελε να δει το Μελωδία της Ευτυχίας που είχε επανεκδοθεί. Ήθελε να δει μία εξίσου βίαιη ταινία, το Cobra.
Όμως έκανε λάθος και αντ’ αυτού είδε μία μαλακία και μισή (κατά την όχι ταπεινή του γνώμη), το Επάγγελμα Ρεπόρτερ του Μικελάντζελο Αντονιόνι. Ο μικρός Fritz, λάτρης της ιστορίας, αν μισούσε κάτι περισσότερο από τις περιόδους ειρήνης, ήταν η Αναγέννηση και η σπαζαρχίδική της προσέγγιση της πραγματικότητας. Και αυτό το Μικελάντζελο τον έπεισε ότι επρόκειτο για ένα προϊόν αναγεννησιακό (αργότερα βέβαια θα ανακάλυπτε την αλήθεια χάρη σε αυτό το απαράμιλλο εργαλείο του Δυτικού Πνεύματος, τη Λογική (κλπ.), ότι δλδ. δεν υπήρχαν σινεμά κατά την Αναγέννηση).
Ωστόσο, η ιδέα στην οποία στηρίζεται η ταινία εγχύθηκε μέσα του αργά και σταδιακά, οδηγώντας τον σε μία αριστουργηματική και σχεδόν α λα Μόντε Κρίστο σύλληψη, την οποία θα κατόρθωνε να ολοκληρώσει τοποθετώντας εμφατικά το δικό του, επίσης, κερασάκι στην τούρτα.
Τα Κοινά
Ο μικρός Fritz, βάζοντας στην άκρη το όνειρό του της απηνούς δίωξης του εγκλήματος, αποφάσισε να ασχοληθεί με τα Κοινά μέσω της Τέχνης.
Ναι, η αλήθεια είναι πως η σχέση του με την Τέχνη δεν ήταν η καλύτερη, ξεκινώντας από τα βασικά, του να μη μπορεί να ξεχωρίσει τα έργα του Τολστόι από εκείνα του Ντοστογιέφσκι, και φτάνοντας σε πολύ πιο ευφάνταστες και διασκεδαστικές θεωρήσεις, όπως λ.χ. του να πιστεύει ότι το Η Μεταμόρφωση του Κάφκα είναι έργο φυσιοδίφη και όχι τακτικού επισκέπτη μπουρδέλων, ότι το Λογική και Ευαισθησία μιλάει αν όχι κυριολεκτικά έστω μεταφορικά για τη μάχη του Χέιστινγκς, ή ότι το Περί Ύψους είναι η πρώτη πραγματεία περί προβολοδομήσεως.
Όμως, αυτό ακριβώς έβρισκε ότι ήταν το δυνατό του σημείο – η παντελής έλλειψη αισθητικού κριτηρίου, η ανυπαρξία οποιασδήποτε επαφής με το αιθέριο κορμί της Τέχνης, η αδυναμία του να αντιληφθεί τα υποδόρια ρεύματα που διατρέχουν τα μεγάλα δείγματά της, όλα αυτά τον έπεισαν πως θα είναι ο ιδανικός μελλοντικός Κομισάριος του Κεντρικού Κομιτάτου Πολιτισμού του Γερμανικού Κράτους.
Μη αγκυλωμένος από αισθητικές προκαταλήψεις, ανέγγιχτος από μικροπολιτικές συγκινήσεις που προκαλούν τα μεγάλα έργα τέχνης, φορέας μίας άυλης αναισθησίας απέναντι στην πολιτιστική κληρονομιά, ήδη βρήκε το corpus εκείνο που αντίστοιχό του είχε βρει ο Τζακ Νίκολσον στο Επάγγελμα Ρεπόρτερ, και υιοθέτησε την ταυτότητά του (όπως ακριβώς ο Τζακ που λαμβάνοντας τη θέση ενός πτώματος γίνεται κάποιος άλλος) υφιστάμενος μία πλήρη μεταμόρφωση, από wannabe Σόνυ Κρόκετ σε στυγνό εκτελεστή της Τέχνης και μετέπειτα φέροντα τα διακριτικά της.
Ποτέ, όμως, δεν ξεχνούσε εκείνη, όπως δεν ξεχνούσε και το φλαμίνγκο – ενίοτε, έστω, με μορφή πιγκουίνου.
Ωστόσο, η εκδίκηση είναι ένα πιάτο που τρώγεται κρύο.
Απεργάστηκε το σχέδιο του μέσα στο σκοτάδι των κρύων νυχτών του Βερολίνου, φροντίζοντας τις έντονες μορφές κοινωνικοποίησης με τις οποίες επένδυε την περσόνα του να τις αποστάζει σε επιφανειακές εμπειρίες τέχνης και όχι ουσιαστικές μεθέξεις με αποτέλεσμα να σταδιοδρομήσει στον εύθραυστο πάγο των γκαλερί και λοιπών βαρετών αισθητικών ενσταντανέ με τη χάρη παγοδρόμου και όχι οδοστρωτήρα.
Η εκδίκηση
Ο μικρός Fritz είναι ο Κομισάριος του Κεντρικού Κομιτάτου Πολιτισμού του Γερμανικού Κράτους. Έχοντας διακόψει οριστικά τους δεσμούς του με την τέχνη (το πιο κοντινό σε τέχνη η συλλογή του βιντεοκασετών με Σλάι, Άρνι, Βαν Νταμ, Αμέρικαν Νίντζα, Κρις Σφέτα), θεωρείται ένα από τα ανερχόμενα πολιτικά αστέρια της Γερμανίας.
Παρά τον θρίαμβο αυτό, όμως, μένουν ακόμη δύο πράματα να τακτοποιηθούν – το ένα οι λογαριασμοί του με εκείνη, το άλλο το αυτοκρατορικό άνοιγμα των φτερών του που θα τον μετατρέψει από απλό φλαμίνγκο σε κόνδορα των αιθέρων.
Και – ω ευτυχής σύμπτωση! – ανακαλύπτει πάνω στο γραφείο του εκείνον ακριβώς τον σμπάρο που θα του επιτρέψει να χτυπήσει αμφότερα τα τρυγόνια. Και ο σμπάρος έχει τη μορφή πρόσκλησης.
Πρόκειται για το κάλεσμα στην προβολή αποκατεστημένων κοπιών του Berlin Alexanderplatz του μεγάλου Ράινερ Βέρνερ Φασσμπίντερ (WTF is this, σκέφτεται ο μικρός Fritz βλέποντας το όνομα του σκηνοθέτη), που διοργανώνει το Rosa-Luxemburg-Stiftung. Στο κάτω μέρος της πρόσκλησης βλέπει το όνομα εκείνης.
Και τότε, χαλαρώνοντας τη γραβάτα του και χύνοντας λίγο δηλητήριο στο γυαλί, συλλαμβάνει το απόλυτο σχέδιο, το κερασάκι του στην τούρτα.
Πρόκειται για ένα μεγάλο πολιτισμικό γεγονός. Παρά το γεγονός ότι ο Φασσμπίντερ ήταν ένας περιθωριακός ομοφυλόφιλος που δεν συμπαθούσε τους ομοφυλόφιλους δύσκολα η πολιτική ορθότητα θα μπορούσε να τον εκπαραθυρώσει. Χιλιάδες δημοσιογράφοι, μεγάλοι πνευματικοί ταγοί, πολιτικοί ένθεν κακείθεν συνωστίζονται στην είσοδο του Grandhalle.
Καθώς πλησιάζει ο μικρός Fritz, φεμινίστριες με ταγάρια εν μέσω καμερών προσπαθούν να του επιτεθούν. Γυρνάει το βλέμμα του με αυτοπεποίθηση και κάνει νόημα. Ξαφνικά, δυνάμεις καταστολής της Polizei και βιολόγοι εμφανίζονται και τις μαζεύουν, ώστε να προσαχθούν και να διαπιστωθεί τι είδους ταγάρια είναι.
Στη συνέχεια, ανεβαίνει σιγά σιγά τα σκαλιά συνοδευόμενος από μασκοφορεμένους αστυνομικούς οι οποίοι γεμίζουν την είσοδο του Σινεμά. Ο μικρός Fritz στέκεται μπροστά στις κάμερες.
Ήρθαμε να τιμήσουμε έναν μεγάλο δημιουργό της Γερμανικής Έβδομης Τέχνης, τον Francis For… σταματά για λίγο, ναι, τον Werner Rainer Fassbinder δηλώνει ενώ δίπλα του στέκεται εκείνη και πίσω του οι κουκουλοφόροι.
Χωρίς να την κοιτάξει, θα συνεχίσει βηματίζοντας αρχοντικά προς τη σκοτεινή αίθουσα, σκεπτόμενος ότι αυτή είναι η απόλυτη πτήση του Κόνδορα, το κερασάκι στην τούρτα, το πιάτο της εκδίκησης, η οριστική του απαλλαγή από τον χαρακτηρισμό του ως φλαμίνγκο.
Ο δύστυχος! Αν είχε μία κάποια απόσταση, θα διαπίστωνε ότι τόσος αγώνας για να απαλλαγεί από το φλαμίνγκο δεν τον μετέτρεψε παρά σε μία ινδόρνιθα.