Θεώρηση τοῦ Πλουτάρχειου Ἐρωτικοῦ διαλόγου

Amatorius Plutarchi

Τί εἶναι ὁ Ἐρωτικὸς τοῦ Πλουτάρχου ἂν ὄχι ἡ δροσερὴ παρέα τῶν συνδιαλεγομένων ποὺ ἔντεχνα κατασκευάζει ὁ μέγας πρωθιερέας γιὰ νὰ ἀναλύσουν τὸ πανανθρώπινο συναίσθημα. Ἕνα κείμενο νεανικό, ἀφοῦ θεωρεῖται ἀπὸ τὰ πρῶτα Ἠθικὰ τοῦ Πλουτάρχου λόγῳ κυρίως τοῦ πρώϊμου θρησκευτικοῦ συγκριτισμοῦ ποὺ κάνει στὰ μέσα τῆς πραγματείας, ποὺ ἀποτελεῖ ἕνα προστάδιο αὐτοῦ ποὺ βρίσκουμε στὸ μεγαλειῶδες Ἴσις καὶ Ὄσιρις. Ἕνα κείμενο φθαρμένο, μὲ τὰ locos desperatos παντοῦ σπαρμένα στὸ κείμενο νὰ ἀφαιροῦν μὲν κομμάτια ἀπὸ τὴν συνοχὴ τοῦ ἔργου χωρὶς ὅμως νὰ τὸ ἀποδιαρθρώνουν ὁλοκληρωτικά, καὶ ἔτσι ἐπὶ παραδείγματι χάνουμε καὶ ἕνα σημαντικὸ λόγο τοῦ Δαφναίου (τοῦ ὁποίου οἱ ἀπόψεις ταυτίζονται μὲ αὐτὲς τοῦ Πλουτάρχου).

Παρὰ ὡστόσο τὶς ὅσες παρεμβάσεις τοῦ πανδαμάτορος χρόνου ἡ κεντρικὴ ἰδέα τοῦ διαλόγου μένει ἀκράδαντη, αὐτὴ δὲν εἶναι ἄλλη ἀπὸ τὴν σταχυολογουμένη καὶ πεφιλοσοφημένη προσέγγιση τοῦ Ἔρωτα, μὲ ἐπίκεντρο τὸν Πλατωνισμό, ποὺ ἐπικυριαρχεῖ ἔναντι τῶν ἄλλων φιλοσοφικῶν ῥευμάτων, αὐτῶν ποὺ πρεσβεύει ὁ Ζεύξιππος π.χ (Ἐπικουρισμός). Τέλος, δὲν πρέπει νὰ μᾶς διαφύγει καὶ ἡ παντελὴς ἀπενοχοποίηση τοῦ παιδικοῦ ἔρωτα (πρᾶγμα ποὺ ἐπεχείρησε καὶ ὁ Πλάτων καὶ ὅλος ὁ ἄλλος χορὸς τῶν μεγάλων κλασικῶν ἀνδρῶν), ἀφοῦ οἱ ὑποστηρικτὲς «τῶν παιδικῶν» (Πρωτογένης, Πεισίας) ὑπεραμύνονται αὐτοῦ ὡς ἕνα τρόπου ψυχικῆς ἀναγωγῆς τοῦ ἐρωμένου.

Μέσα σὲ αὐτὴν τὴν δυναμική, ὅπου οἱ δύο παρατάξεις, οἱ ὑποστηρικτὲς τοῦ γυναικείου ἔρωτα (Δαφναῖος, Ἀνθεμίων) καὶ αὐτοὶ τοῦ παιδικοῦ (Πεισίας, Πρωτογένης) ἀντιμάχονται γιὰ τὸ ποιά ἔχει ἀδράξει καλύτερα τὴν ἔννοια τοῦ ἔρωτα, ἡ ἐπιχειρηματολογία ποὺ ἀναπτύσσεται μᾶς ἀποκαλύπτει μία ἐνδιαφέρουσα τομὴ γιὰ τὴν ὅλη προσέγγιση· καὶ οἱ μὲν καὶ οἱ δὲ προσπαθοῦν νὰ καταδείξουν δῆλα δὴ ὅτι οἱ ἀντίπαλοί τους εἶναι αὐτοὶ ποὺ προκρίνουν στὴν ἐρωτικὴ διαδικασία τὴν σαρκικὴ μίξη της ἀπὸ τὴν πνευματικὴ ἀνέλιξη ποὺ αὐτὴ προσφέρει γιὰ τὸν ἐρῶντα καὶ τὸν ἐρώμενον/ἐρωμένην. Κολοφῶνας αὐτῶν τῶν λόγων εἶναι ὁ ἰσχυρισμὸς τοῦ Πρωτογένους ὅτι συμμετοχὴ στὰ ἀφροδίσια (σεξουαλικὴ συνεύρεση) δὲν ὑφίσταται στὸν παιδικὸ ἔρωτα (ὥς φησι Πρωτογένης, οὐκ ἔστιν ἀφροδισίων παιδικῶν κοινωνία).

‘Έρως και Ψυχή’ – 1787–1793 Αντόνιο Κάνοβα, Λούβρο

Αὐτὰ τὰ ἐπιχειρήματα ὡστόσο γρήγορα ἐκπίπτουν σὲ διαβολὲς ἰδίως κατὰ τῶν γυναικῶν ἀπὸ μέρους τῶν «παιδεραστῶν» μὲ κακεντρεχεῖς ἀναφορὲς στὸν εὔκολο στόχο ποὺ εἶναι αἱ «μοχθηραὶ» καὶ «ἄστοργοι» γυναῖκες . Ὅμως, ἡ γυναῖκα ἔχει προὔχουσα θέση στὸν διάλογο θεωρητικὰ μὲν διὰ τῆς ἐξυμνήσεως ποὺ ὑφαίνει γι’ αὐτὲς ὁ ἴδιος ὁ Πλούταρχος στὸ τέλος τοῦ κειμένου, καὶ ἔμπρακτα μέσῳ τῆς Ἰσμηνοδώρας, ἑνὸς προσώπου τὸ ὁποῖο μόνον ἀκοῇ γνωρίζουμε, βαθιὰ ἐρωτευμένης μὲ τὸν νεαρὸ Βάκχωνα . Καὶ εἶναι πρόσωπο σημαντικό, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἡ πραγμάτωση τοῦ ἔρωτα ὁλοκληρώνεται μέσα ἀπὸ τὶς ἐνέργειές της νὰ μεταπείσει τὸν νεαρὸ Βάκχωνα νὰ τὴν παντρευθεῖ, κατέχει ἔτσι θέση παρόμοια αὐτῆς τοῦ Ἀλκιβιάδου στὸ πλατωνικὸ Συμπόσιο, λειτουργεῖ δῆλα δὴ ὡς τὸ συμβολικὸ ἢ μᾶλλον ἔνσαρκο πρότυπο δι’ οὗ ἐπιβεβαιώνεται ὁ στόχος τοῦ Πλουτάρχου, τὸ νὰ ἐξάρει τὸν ἑτεροφυλοφιλικὸ ἔρωτα καὶ τὴν συνεκτικὴ σημασία τοῦ γάμου στὸ πλαίσιο αὐτοῦ.

Νὰ πῶ ἐπιλογικὰ ὅτι κάπου στὶς μυχὲς τοῦ διαδικτύου εἶχα συναντήσει τὴν ἑξῆς ἄποψη: ὁ κάθε θρησκόληπτος νεοέλληνας πρέπει νὰ διαβάσει Ἐρωτικό, ἐπειδὴ ἐκεῖ τάχα μου καταῤῥίπτεται ἡ ἁγνὴ συναναστροφὴ μεταξὺ ἐραστοῦ καὶ ἐρωμένου καὶ ξεκαθαρίζεται πὼς ὑπῆρχαν σεξουαλικὲς σχέσεις μεταξύ τους. Τέτοιου εἴδους ἀντιλήψεις εἶναι ποὺ πολλὲς φορὲς μᾶς ἐνεργοποιοῦν καὶ ἐξωθοῦν νὰ γίνουμε «γραφικοὶ ἀπολογητὲς» τῶν προγόνων μας, ἀφοῦ κατηγοροῦν πρωτοφανῆ ἀπειροκαλία στοὺς ἀρχαίους, οἱ ὁποῖοι ὁποιαδήποτε τέτοια μείξη τὴν θεωροῦσαν αἰσχρή.

Διαβάζουμε στὸν Ἐρωτικό:

τὴν μὲν οὖν πρὸς ἄρρεν᾽, ἄρρενος ὁμιλίαν, μᾶλλον δ᾽ ἀκρασίαν καὶ ἐπιπήδησιν, εἴποι τις ἂν ἐννοήσας
«ὕβρις τάδ᾽ οὐχὶ Κύπρις ἐξεργάζεται».
διὸ τοὺς μὲν ἡδομένους τῷ πάσχειν εἰς τὸ χείριστον τιθέμενοι γένος κακίας οὔτε πίστεως μοῖραν οὔτ᾽ αἰδοῦς οὔτε φιλίας νέμομεν, ἀλλ᾽ ὡς ἀληθῶς κατὰ τὸν Σοφοκλέα
«φίλων τοιούτων οἱ μὲν ἐστερημένοι
χαίρουσιν, οἱ δ᾽ ἔχοντες εὔχονται φυγεῖν».

( = λοιπὸν ὅσον ἀφορᾷ τὴν σεξουαλικὴ σχέση ἑνὸς ἀνδρὸς πρὸς ἄνδρα, ἢ καλλίτερα αὐτὴ τὴν ἀκρασία καὶ τὸ ζωϊκὸ πήδημα, θὰ μποροῦσε νὰ πεῖ κἄποιος ἀφοῦ τὸ ἐννοήσει
«ἡ ὕβρις τὰ ἐργάζεται αὐτά, ὄχι ἡ Ἀφροδίτη». Γι’ αὐτὸ ὅσους ἡδονίζονται μὲ τὸ νὰ εἶναι παθητικοί, θεωρῶντάς τους τὴν χειρότερη φάρα κακίας, δὲν τοὺς ἀπονέμουμε κἀνένα μερίδιο οὔτε ἐμπιστοσύνης οὔτε ντροπῆς οὔτε φιλίας, ἀλλὰ ὅπως λέγει καὶ ὁ Σοφοκλῆς
«τέτοιων φίλων σὰν στεροῦνται χαίρονται, καὶ ὅσοι ἔχουν τέτοιους φίλους εὔχονται νὰ τοὺς ἀποφύγουν»)

Περισσότερα απο

Σπύρος Φράτηρ

Εὐχὴ Ἀναστάσεως

Διὰ βραχέων δέδοκται γράψαι ἡμῖν περὶ τῆς Ἀναστάσεως, ἣν μικρὸν ὕστερον διοίσομεν τῆτες. Εὐκτέον γὰρ πᾶσι βιῶναι καθ’ ἑαυτοὺς πάθη

Είμαστε

ΠΑΝΤΟΥ