Καλλιτέχνες και ποιητές
Πολλές οι κατηγοριοποιήσεις που έχουν γίνει και αφορούν σε στοχαστές και καλλιτέχνες. Μία πολύ ενδιαφέρουσα είναι αυτή του Isaiah Berlin, στο δοκίμιό του The Hedgehog and the Fox, ανάμεσα σε Αλεπούδες και Σκαντζόχοιρους – με τους Πλάτωνα, Δάντη, Ντοστογιέφσκι, Πασκάλ, Νίτσε να ανήκουν στην κατηγορία των Σκαντζόχοιρων και τον Αριστοτέλη, Σέξπηρ, Γκαίτε, Πούσκιν, Τζόις σε εκείνη των Αλεπούδων για παράδειγμα – το δοκίμιο του είναι σύντομο και απολαυστικό στην ανάγνωση.
Εγώ, χωρίς να ισχυρίζομαι ότι έχω στο παραμικρό σχέση με την ικανότητα κατηγοριοποίησης του Berlin, ορμώμενος (driven που λένε Αγγλοσάξωνες) solely by yoga pants, έκανα κάποτε στο μυαλό μου αυτή την ακόλουθη – υπάρχουν καλλιτέχνες που σε βοηθάνε να ρίχνεις γκόμενες, καλλιτέχνες που καταρχάς σώζουν τη δική τους ζωή και έπειτα τη δική σου κατά κάποιο τρόπο (ή κατά κάποιο – τον ίδιο πάντως – τρόπο την καταστρέφουν μια και η ηθική δεν ήταν ποτέ ομόφωνη ως προς τις αξίες που προωθεί), και καλλιτέχνες που καταστρέφουν τη ζωή των γύρω σου (και ίσως και τη δική σου αν δεν έχεις προτεραιότητες – αλλά των υπολοίπων σίγουρα).
Αυτή η «κατηγοριοποίηση» προέρχεται από τον Κίρκεγκωρ και τον διαχωρισμό του των σταδίων της ζωής, στο Αισθητικό (οι καλλιτέχνες που σε βοηθάνε να ρίχνεις γκόμενες), στο Ηθικό (αυτοί που σώζουν τη ζωή τους – ο Καρυωτάκης για παράδειγμα), και στο Χριστιανικό (ο Ντοστογιέφσκι ή ο Ταρκόφσκι που αν δεν έχεις την τύχη να ανακαλύψεις σε νεαρή και ορμώμενη by cleavages ηλικία δεν θα αφήσουν τίποτε όρθιο στο πέρασμά τους).
Ο μάγειρας και τα υπόλοιπα
Κάποτε είχα μία διαφωνία με κάποιον γνωστό μου για τον Πίτερ Γκρίναγουέι, τον εστέτ σκηνοθέτη, του οποίου η πιο επιτυχημένη ταινία είναι Ο μάγειρας, ο κλέφτης, η γυναίκα του και ο εραστής της. Εκείνος υποστήριζε ότι το έργο του σκηνοθέτη δεν συνίσταται μόνο στην απαράμιλλη αισθητική του, στο περιτύλιγμα, αλλά ότι έχει και περιεχόμενο. Η δική μου θέση ήταν ότι η ομολογουμένως εντυπωσιακή αισθητική διάσταση δεν μπορεί να αναπληρώσει την έλλειψη περιεχομένου.
Ισχυριζόμουν δλδ. ότι ο τύπος χρησιμεύει καθαρά για να ρίχνεις γκόμενες.
[Η υπόθεση της ταινίας η ακόλουθη – ο μάγειρας μαγειρεύει για τον κλέφτη, έναν μαφιόζο ή κάτι τέτοιο, του οποίου η γυναίκα, ενόσω εκείνος τρώει τον απατά με τον εραστή της, έναν βιβλιοθηκονόμο ή κάτι αντίστοιχο· ο μαφιόζος όταν το καταλαβαίνει τον καθαρίζει· η γυναίκα με τη συνεργασία του μάγειρα θα πάρει εκδίκηση από τον μαφιόζο με ένα πιάτο που όπως η εκδίκηση τρώγεται κρύο και του οποίου το περιεχόμενο είναι αν μη τι άλλο αμφιλεγόμενο. Κοιτάζοντας την υπόθεση μετά από καιρό δεν μπορώ να πιστέψω ότι ο σκηνοθέτης και σεναριογράφος δεν επηρεάστηκε από τα Θυέστεια δείπνα.
Όπως και να έχει, όλο αυτό μου θύμισε λίγο αυτή τη feud με τη σκορδαλιά που περιγράφω στη συνέχεια, με τον έθνικ μάγειρα στη θέση του Μάγειρα, τον Neoliberal στη θέση του Κλέφτη, την Tina στη θέση της γυναίκας του Κλέφτη, και τον καταναλωτή σκορδαλιάς στη θέση του εραστή.]
Το ένα έφερε το άλλο, και η συζήτηση πήρε φωτιά. Τον θυμάμαι να με κοιτάζει ειρωνικά και να μειδιά (ή να μειδιά και να με κοιτάζει ειρωνικά), εντελώς σίγουρος για το δίκαιο της θέσης του, επειδή η εποχή μας είναι μεταμοντέρνα (ή τελοσπάντων κάτι τέτοιο ή κάτι παρόμοιο) – ή ίσως επειδή δεν του άρεσε το συγκεκριμένο σπορ, να ρίχνεις γκόμενες (κάτι που σκέφτηκα, δυστυχώς, πολύ αργότερα). Κατάλαβε ότι εκνευρίστηκα, πράγμα που είμαι σίγουρος έκανε την απόλαυσή του μεγαλύτερη.
Όταν, βέβαια, έπειτα, στο σκοτάδι, αντίκρισε τη λάμψη της λεπίδας μου δεν τον θυμάμαι να χαμογελά ιδιαίτερα. Βρίσκεται και αυτός με τους υπόλοιπους θαμμένος στον κήπο, όπου περνά τον καιρό του αναλογιζόμενος τη λάθος συλλογιστική του.
Ο Θεός ας τον συγχωρήσει.
Η διαμάχη με τη σκορδαλιά
Από τότε έχει περάσει καιρός.
Έχω μάθει να τακτοποιώ τους λογαριασμούς μου με πιο λεπτούς τρόπους από τη λεπίδα – έχω αποκτήσει ΑΦΜ. Έτσι, το Κράτος μπορεί να παραβλέπει τις όποιες ιδιωτικές διαφωνίες μου (και κυρίως την από μέρους μου τακτοποίησή τους), όσο είμαι συνεπής στις φορολογικές μου υποχρεώσεις.
Το μόνο που δεν ανέχεται το Κράτος – να τρώω μεγάλες ποσότητες σκόρδου. Βλέπετε, η επίσημη πολιτική του Κράτους έχει καταστήσει την κατανάλωση μπακαλιάρου με σκορδαλιά (ψάχνω να βρω τη λέξη – ας πούμε) κάπως άβολη για τους devotees του εκρηκτικού – για τους άλλους – αυτού μίγματος τροφών.
Προσοχή – δεν την έχει απαγορεύσει, ωστόσο κατέστησε την πρόσβαση σε αυτή κάπως δυσχερή για όσους θέλουν αραιά και πού να συνοδεύουν το ψάρι τους με σκορδαλιά – είναι σαφές πως πριμοδοτεί το fish n’ chips ως πιάτο ενώ για τον μπακαλιάρο με σκορδαλιά επιφυλάσσει μόνο αντικίνητρα.
Θυμάμαι το περίφημο meme με την IQ καμπύλη – στο ένα άκρο οι ούγκανοι, στο άλλο οι ιδιοφυΐες, στο μέσο οι νόρμηδες. Σε κάποια περίεργη τέταρτη διάσταση της θεωρίας των πετάλων, οι ούγκανοι έχουν τις ίδιες απόψεις με τις ιδιοφυΐες, απομονώνοντας στο κέντρο τους νόρμηδες, οι οποίοι υποστηρίζουν ακριβώς τις αντίθετες.
Κάτι παρόμοιο, σκεφτόμουν, συμβαίνει με τα αγαπημένα μου πιάτα – αλλά γιατί;
Ας φανταστούμε την καμπύλη – αυτή τη φορά κατειλημμένη από πιάτα. Στο κέντρο μίας τέτοιας καμπύλης (αντί για την άποψη των νόρμηδων) θα βρίσκονταν τα δικά μου αγαπημένα πιάτα (μπακαλιάρος με σκορδαλιά, πατσάς, πιτόγυρα, κοκορέτσια, όλα αυτά που χρόνια προσπαθούν να σε πείσουν πως οδηγούν σε αργό θάνατο – αλλά ποιον; θα υπέθετε κανείς από τη μανία με την οποία το ισχυρίζονται αυτό ότι το υποψήφιο θύμα είναι οι Βρυξέλλες).
Στα άκρα της καμπύλης, εκεί που βρίσκονται οι ούγκανοι και οι ιδιοφυΐες, θα συναντούσαμε από τη μία αυθεντικά λαϊκά πιάτα (αντίστοιχα θα έλεγε κανείς των δικών μου ντόπιων (έμφαση στο ντόπιων) αγαπημένων που έχουν καταλάβει το κέντρο) με μόνη διαφορά ότι τα αυθεντικά αυτά λαϊκά πιάτα ανήκουν σε ξένες κουζίνες (π.χ., ζυμάρια Αιθιοπίας, γεωργιανό φρέσκο ψωμί που ευωδιάζει στις λαϊκές αθηνέζικες γειτονιές, φαλάφελ), και από την άλλη αυθεντικά εστέτ πιάτα (τυριά με essence βιολογικού πολέμου, άψητοι κιμάδες που περιφέρονται σαν ήρωες του Φασμπίντερ σε υπαρξιακά twilight στομάχια, haloes αβγών με βουντουβελόνες μπροκώλου κλπ) που κανείς λογικός άνθρωπος δεν θα έτρωγε αν δεν του παρουσίαζαν πρώτα τεκμήρια ότι αποτελούν προϊόντα ενός γαστριμαργικού Διαφωτισμού στον οποίο ο μέσος Βαλκάνιος γιδοβοσκός δεν υπεβλήθη ποτέ και ο οποίος μοιάζει να μετέτρεψε τον μεταβολισμό των Ευρωπαίων σε τεχνολογία αιχμής μίας κάποιας Προόδου. Τα αυθεντικά (αλλοδαπά) λαϊκά πιάτα μοιάζουν να έχουν καταλάβει τη θέση των ούγκανων, τα εστέτ των ιδιοφυιών.
Το κάτωθι γράφημα θα βοηθήσει.
(Πάντα είχα την απορία ποιος δοκίμασε αυτό το γκουρμέ πιάτο της Καλαβρίας πρώτος και ενθουσιάστηκε τόσο ώστε να το ενσωματώσει στη ρητορική του neoliberal)
Και εσύ, οπαδέ του σκόρδου, βρίσκεσαι κάπου στη μέση – ένας ανόητος στον οποίο εξακολουθεί να αρέσει ο μπακαλιάρος σκορδαλιά παραβλέποντας το στομάχι των άλλων και τα ανθρώπινα δικαιώματα εν γένει, δύο έννοιες που κατά κάποιον τρόπο έχουν την ίδια output σε αυτή τη συνάρτηση που ενώνει τη μεγαλοφυία με την νοητική υστέρηση, τον κώλο.
Σκέφτεσαι, λοιπόν, πως υπάρχει ένα μέτωπο εστέτ και παρακατιανών – αλλά όχι Ελλήνων παρακατιανών, αλλοδαπών παρακατιανών. Και ανάμεσα τους μοιάζεις να βρίσκεσαι εσύ, και μάλιστα να βρίσκεσαι εσύ όχι σε κάποια ηρωική σου διάσταση (δεν είχες ποτέ, θα το γνώριζες αν φρόντιζες να καταναλώνεις τα σωστά ingredients), αλλά στην πλέον αντι-ηρωική, αυτή του Μπακαλιάρου σκορδαλιά, που το Neoliberal Κράτος, ίσως λόγω κάποιας post-ειρωνείας, δεν έχει απαγορεύσει, αλλά καταστήσει μόνο δυσάρεστο να θέλεις να απολαμβάνεις.
Και η επόμενη, λογική, σκέψη σου (τους) είναι – μα πώς θα παρακάμψουμε αυτόν τον τύπο του οποίου βρωμάει η ανάσα; Ναι, στέκεσαι εμπόδιο στα επεκτατικά (επεκτατικά; αυτός είναι δικός σου, αυθαίρετος, όρος), στα ανθρωποκεντρικά καλύτερα σχέδια τους που συνίστανται στο να βάλουν τον Άνθρωπο στο κέντρο και να παραμερίσουν εσένα που μοιάζεις αρνητής του νέου, του φιλελεύθερου, του πολυπολιτισμικού, του διεθνούς και πολύχρωμου, του ουράνιου τόξου αυτού της βαρύτητας το οποίο αποτελεί τη νέα Διαθήκη στην οποία η σκορδαλιά δεν έχει καμία θέση.
Και τότε – προσπαθώντας να βρεις (βρουν) μία λύση στο πρόβλημα που αποτελείς εσύ, τότε καταλαβαίνεις πως η συνεπής εφαρμογή του Νεοφιλελευθερισμού (θεωρώντας ότι οι ούγκανοι με τη μορφή γεωργιανού ευωδιαστού ψωμιού δεν έχουν άποψη αλλά είναι υλικό προς διάπλαση, όπως ακριβώς κάποτε οι προλετάριοι, πρέπει να γίνει μία «απόβαση» ιντελιγκέντσιας στον δικό σου χώρο για να πλησιάσουν εκείνο των ούγκανων), τότε καταλαβαίνεις πως η λογική συνέπεια του Νεοφιλελευθερισμού δεν είναι άλλη από τον Κανιβαλισμό – αυτό το «δεν τρώγεσαι με τίποτε» ρε παιδί μου, εν τέλει δεν είναι παρά η κυριολεκτική αποτύπωση του μέσου γιδοΈλληνα που δεν είχε την ευτυχία να επιμορφωθεί, συν τοις άλλοις, γαστριμαργικά.
Αυτό είναι.
Η δε γέφυρα ας πούμε ανάμεσα στους ούγκανους, που θα σε αντικαταστήσουν επειδή είχες την ατυχή έμπνευση/προδιάθεση να σου αρέσει η σκορδαλιά τη στιγμή που ο γαστρονόμος επιτάσσει τους ρεβυθοκεφτέδες που προκαλούν ίσως άπειρα κλανίδια αλλά τουλάχιστον όχι δυσάρεστη αναπνοή σε μία εποχή που εκφράζεται κατεξοχήν μέσω του κώλου, άρα προτιμά κάτι πιο θορυβώδες, και τους νεοφιλελεύθερους που τρώνε το κρέας τους σενιά αλλά είναι ανοιχτοί σε αλλότριες προτάσεις – η δε γέφυρα είναι ένας τεράστιος πεζόδρομος, όπου αντί να κυκλοφορούν πλέον ρεμάλια κυκλοφορούν Εγκυκλοπαιδιστές.
Ο κάθε νεοφιλελεύθερος Βολταίρος του πεζόδρομου αυτού, έχοντας ανοιχτές τις κεραίες του ως άλλη ακρίδα (Voltaire la Sauterelle για να θυμηθούμε Κλωντέλ), προτιμά σαφώς αυτή τη διάσταση κουζίνας από τη δική σου.
Και αν πράγματι, σκέφτεσαι, αυτή είναι η ακραία λογική συνέπεια του Νεοφιλελευθερισμού, η ανθρωποφαγία, η κατανάλωση ανθρωπίνου κρέατος για να έλθει στο κέντρο εν τέλει ο Άνθρωπος, τότε ναι, βρίσκεις λογικό το να πρέπει να καταναλωθείς για να πάρει τη θέση σου κάποιος άλλος – ακριβώς επειδή αν μη τι άλλο έτυχε να βρίσκεσαι στη μέση – η λογική συνέπεια του Κανιβαλισμού στην περίπτωση που δεν τρώγεσαι δεν είναι να μη σε φάει αλλά να βρει τρόπο να γίνεις εύγευστος.
Η σκορδαλιά δεν έχει θέση στο τεράστιο νεοφιλελεύθερο τραπέζι που χωρά όλα τα πιάτα αυτού του πλανήτη – πλην των δικών σου. Εσύ στην καλύτερη θα μπορείς να καταναλώνεις τα ψιχία αυτού του τεράστιου δείπνου, στη χειρότερη θα είσαι μέρος του.
There Is No Alternative
Διότι, για να γυρίσουμε στον Γκρίναγουέι, στο δείπνο αυτό που ετοιμάζουν υπάρχει σίγουρα μάγειρας (έθνικ), σίγουρα neoliberal, σίγουρα εραστής, απολαμβάνετε (ή θα έπρεπε να απολαμβάνετε, σύμφωνα και με τη λογική της Μάγκι – θυμάσαι το Maggie’s Farm και neoliberal breeding ground;) εξίσου τη γυναίκα του (τουλάχιστον όσο και τα πιάτα του μάγειρα). Η οποία γυναίκα του τυχαίνει να λέγεται ΤΙΝΑ, καθώς, there is no alternative.
Μόνο που αν, εν τέλει, ο Γκρίναγουέι δεν είναι μόνο αισθητική αλλά και περιεχόμενο – τότε τρομάζεις στη σκέψη του τι ακριβώς θα καταναλωθεί σε αυτό το δείπνο.